Νέες συμφωνίες με εννέα μεγάλες φαρμακευτικές εταιρείες για τη μείωση των τιμών φαρμάκων ανακοίνωσε ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών Ντόναλντ Τραμπ, στο πλαίσιο της πολιτικής του για τον περιορισμό του κόστους της φαρμακευτικής περίθαλψης για τους Αμερικανούς ασθενείς.

Σύμφωνα με όσα γνωστοποιήθηκαν, οι συμφωνίες αφορούν κυρίως συνταγογραφούμενα φάρμακα ευρείας χρήσης και αναμένεται να οδηγήσουν σε σημαντικές μειώσεις τιμών, ιδίως για πολίτες που καλύπτονται από δημόσια προγράμματα υγείας ή πληρώνουν τα φάρμακά τους απευθείας από την τσέπη τους. Η αμερικανική κυβέρνηση εκτιμά ότι το μέτρο θα προσφέρει ουσιαστική οικονομική ανακούφιση σε εκατομμύρια ασθενείς.
Οι συμφωνίες εντάσσονται στη στρατηγική της κυβέρνησης Τραμπ για την ευθυγράμμιση των τιμών των φαρμάκων στις ΗΠΑ με εκείνες που ισχύουν σε άλλες ανεπτυγμένες χώρες, όπου –όπως έχει επανειλημμένα υποστηρίξει ο ίδιος– τα ίδια σκευάσματα διατίθενται σε χαμηλότερο κόστος. Στόχος είναι να περιοριστεί η διαχρονική απόκλιση των αμερικανικών τιμών σε σχέση με την Ευρώπη και άλλες αγορές.
Αν και δεν έχουν δοθεί αναλυτικά στοιχεία για το εύρος των μειώσεων ανά φάρμακο, κυβερνητικές πηγές αναφέρουν ότι οι συμφωνίες προβλέπουν τόσο άμεσες μειώσεις τιμών όσο και μηχανισμούς εκπτώσεων, οι οποίοι θα ενεργοποιούνται σταδιακά. Παράλληλα, οι φαρμακευτικές εταιρείες φέρονται να δεσμεύονται ότι νέα φάρμακα που θα κυκλοφορούν στην αμερικανική αγορά δεν θα τιμολογούνται σημαντικά υψηλότερα από ό,τι σε άλλες χώρες.
Η ανακοίνωση προκάλεσε αντιδράσεις στον φαρμακευτικό κλάδο, με ορισμένους αναλυτές να επισημαίνουν ότι οι συμφωνίες ενδέχεται να επηρεάσουν τα έσοδα των εταιρειών και να μεταβάλουν τις στρατηγικές τιμολόγησης σε παγκόσμιο επίπεδο. Άλλοι, ωστόσο, σημειώνουν ότι πρόκειται για μια κίνηση με έντονο πολιτικό και κοινωνικό αποτύπωμα, καθώς αγγίζει άμεσα το ζήτημα της πρόσβασης των πολιτών σε προσιτά φάρμακα.

Η αμερικανική κυβέρνηση υποστηρίζει ότι η πρωτοβουλία αυτή αποτελεί μέρος ενός ευρύτερου σχεδίου μεταρρυθμίσεων στον τομέα της υγείας, με έμφαση στη διαφάνεια των τιμών και στην ενίσχυση της διαπραγματευτικής ισχύος του κράτους απέναντι στις φαρμακευτικές εταιρείες. Οι εξελίξεις αναμένεται να παρακολουθηθούν στενά τόσο από την αγορά όσο και από άλλες χώρες, καθώς ενδέχεται να επηρεάσουν διεθνώς τις πολιτικές τιμολόγησης φαρμάκων

