25 C
Athens
Πέμπτη, 10 Οκτωβρίου, 2024

ΠΟΥ: Απευθύνει προειδοποίηση για τις επιπτώσεις στην υγεία από τον παρατεταμένο καύσωνα

ΠΟΥ: Προειδοποίηση προς τους πολίτες για τις επιπτώσεις στην υγεία από τον παρατεταμένο καύσωνα, φαινόμενο που αποτελεί συνέπεια της κλιματικής αλλαγής, απευθύνει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας ο οποίος ταυτόχρονα καλεί τις κυβερνήσεις να προχωρήσουν στη λήψη μέτρων Σύμφωνα με τον διεθνή οργανισμό, η θερμική καταπόνηση αποτελεί την κύρια αιτία θανάτου από τον καύσωνα και μπορεί να επιδεινώσει τα προϋπάρχοντα προβλήματα υγείας, όπως οι καρδιαγγειακές παθήσεις, ο διαβήτης, οι ψυχικές νόσοι και το άσθμα. Επιπλέον, η ακραία ζέστη είναι πολύ πιθανό να αυξήσει τον κίνδυνο ατυχημάτων και τη μετάδοση ορισμένων μολυσματικών ασθενειών.

  • kafsonas

Η θερμοπληξία αποτελεί επείγουσα ιατρική κατάσταση με υψηλό ποσοστό θνησιμότητας που απαιτεί την άμεση παροχή πρώτων βοηθειών. Ο αριθμός των ανθρώπων που εκτίθενται σε υπερβολική ζέστη αυξάνεται εκθετικά λόγω της κλιματικής αλλαγής σε όλον τον πλανήτη. Η θνησιμότητα που σχετίζεται με τη ζέστη σε άτομα ηλικίας άνω των 65 ετών αυξήθηκε κατά περίπου 85% μεταξύ των ετών 2000–2004 και 2017–2021. Μεταξύ 2000 και 2019, μελέτες δείχνουν πως περίπου 489.000 θάνατοι ετησίως σχετίζονται με τη ζέστη, με το 45% αυτών να καταγράφονται στην Ασία και το 36% στην Ευρώπη. Μόνο στην Ευρώπη το καλοκαίρι του 2022, εκτιμάται ότι σημειώθηκαν 61.672 θάνατοι λόγω ζέστης.

Καύσωνες υψηλής έντασης

Οι καύσωνες υψηλής έντασης μπορούν να αυξήσουν δραματικά τα ποσοστά θνησιμότητας.

  • Το 2003, 70.000 άνθρωποι στην Ευρώπη πέθαναν από τους καύσωνες Ιουνίου – Αυγούστου.
  • Το 2010, 56.000 θάνατοι σημειώθηκαν κατά τη διάρκεια του καύσωνα 44 ημερών στη Ρωσία.

Η ευπάθεια στη ζέστη επηρεάζεται τόσο από φυσιολογικούς παράγοντες, όπως η ηλικία και η κατάσταση της υγείας, όσο και από παράγοντες έκθεσης, όπως είναι το επάγγελμα και οι κοινωνικοοικονομικές συνθήκες.

Υψηλές θερμοκρασίες και υγεία

Η ποσότητα της θερμότητας που αποθηκεύεται στο ανθρώπινο σώμα καθορίζεται από τον συνδυασμό:

  • αδυναμίας εξάλειψης της θερμότητας που παράγεται εσωτερικά από μεταβολικές διεργασίες λόγω της θερμικής καταπόνησης του περιβάλλοντος (για παράδειγμα, υψηλή θερμοκρασία, υψηλή υγρασία, χαμηλός άνεμος, υψηλή θερμική ακτινοβολία) ,
  • ρούχων που δημιουργούν φραγμούς στην απώλεια θερμότητας,
  • Εξωτερικής αύξησης της θερμότητας από το περιβάλλον.

Η αδυναμία του σώματος να ρυθμίσει την εσωτερική θερμοκρασία και να εξαλείψει την αύξηση της θερμότητας σε τέτοιες συνθήκες αυξάνει τον κίνδυνο θερμικής εξάντλησης και τελικά της θερμοπληξίας. Η πίεση που ασκείται στο σώμα καθώς προσπαθεί να αντεπεξέλθει στην ακραία ζέστη, καταπονεί επίσης την καρδιά και τους νεφρούς. Ως αποτέλεσμα, οι υψηλές θερμοκρασίες μπορούν να επιδεινώσουν τους κινδύνους για την υγεία από χρόνιες παθήσεις -καρδιαγγειακά νοσήματα, ψυχικές παθήσεις, παθήσεις του αναπνευστικού συστήματος και τον διαβήτη- και να προκαλέσουν οξεία νεφρική βλάβη. Οι θάνατοι και οι νοσηλείες που προκαλούνται από την ακραία ζέστη συμβαίνουν αιφνιδίως είτε την ίδια ημέρα είτε και τις επόμενες, διαπίστωση που σημαίνει ότι οι παρεμβάσεις πρέπει επίσης να είναι γρήγορες όταν εκδίδεται σχετικό προειδοποιητικό μήνυμα από τις αρμόδιες υπηρεσίες.

Ο καύσωνας μπορεί, επίσης, να διαταράξει και να θέσει σε κίνδυνο βασικές υπηρεσίες υγείας, όπως την τροφοδοσία και τις μεταφορές, ενώ επίσης μπορεί να μειώσει την παραγωγικότητα στην εργασία και να αυξήσει τον κίνδυνο σοβαρών ατυχημάτων. Αυτό που συμβαίνει συχνά στην ακραία ζέστη είναι τα άτομα να δυσκολεύονται να ολοκληρώσουν την εργασία ή τη διαδικασία της εκμάθησης – εκπαίδευσης και γι’ αυτό συχνά τα σχολεία οδηγούνται σε κλείσιμο. Τα κύματα καύσωνα μπορούν να σχετίζονται συχνά με επικίνδυνη αύξηση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης. Οι επιπτώσεις του ακραίου καύσωνα στην υγεία εξαρτώνται από τη χρονική του διάρκεια και την έντασή του, από το επίπεδο εγκλιματισμού και προσαρμοστικότητας του τοπικού πληθυσμού και από τις υποδομές της περιοχής που προσβάλλεται από την ακραία ζέστη.

kafsonas w

Τι πρέπει να κάνουμε για να προστατευθούμε

  • Μένουμε όσο το δυνατόν πιο μακριά από τη ζέστη.
  • Αποφεύγουμε να βγαίνουμε έξω αλλά και την έντονη δραστηριότητα τις ζεστές ώρες της ημέρας.
  • Μένουμε στη σκιά. Πρέπει να έχουμε κατά νου ότι οι θερμοκρασίες στον ήλιο μπορεί να είναι 10–15 ˚C υψηλότερες.
  • Περνάμε τουλάχιστον 2 με 3 ώρες κατά τη διάρκεια της ημέρας σε δροσερό μέρος.
  • Δίνουμε μεγάλη προσοχή στον κίνδυνο πνιγμού. Δεν κολυμπάμε ποτέ μόνοι.
  • Είμαστε διαρκώς ενημερωμένοι για τις κρατικές προειδοποιήσεις του καιρού.
  • Διατηρούμε το σπίτι μας δροσερό.
  • Αποφεύγουμε τα μεγάλα και βαριά γεύματα και το αλκοόλ. Προτιμούμε δροσιστικές σαλάτες και φρούτα που αποτελούν πηγές ενυδάτωσης για τον οργανισμό μας
  • Χρησιμοποιούμε τον νυχτερινό αέρα για να δροσίσουμε το σπίτι μας ανοίγοντας τα παράθυρα όταν πέσει το βράδυ όταν η εξωτερική θερμοκρασία είναι χαμηλότερη από την εσωτερική θερμοκρασία.
  • Κατά τη διάρκεια της ημέρας που οι εξωτερικές θερμοκρασίες είναι υψηλότερες από τις εσωτερικές, κλείνουμε τα παράθυρα και τα καλύπτουμε με περσίδες ή παντζούρια για να εμποδίσουμε το άμεσο ηλιακό φως. Απενεργοποιούμε όσο το δυνατόν περισσότερες ηλεκτρικές συσκευές.
  • Χρησιμοποιούμε ηλεκτρικούς ανεμιστήρες μόνο όταν οι θερμοκρασίες είναι κάτω από 40˚C. Σε θερμοκρασίες άνω των 40˚C , οι ανεμιστήρες θερμαίνουν περισσότερο τον οργανισμό σας.
  • Εάν χρησιμοποιούμε κλιματισμό, ρυθμίζουμε τον θερμοστάτη στους 27˚C και ενεργοποιούμε έναν ηλεκτρικό ανεμιστήρα – αυτό θα κάνει το δωμάτιο κατά 4˚C πιο δροσερό . Μπορεί επίσης να εξοικονομήσει έως και 70% στον λογαριασμό ηλεκτρικού ρεύματος. Να θυμάστε ότι μπορεί να έχει περισσότερη δροσιά σε εξωτερικούς σκιερούς χώρους.
  • Κρατάμε τον οργανισμό μας ενυδατωμένο.
  • Χρησιμοποιούμε ελαφριά και φαρδιά ρούχα και κλινοσκεπάσματα.
  • Κάνουμε τακτικά δροσερά ντους ή μπάνια.
  • Βρέχουμε το δέρμα μας χρησιμοποιώντας ένα υγρό πανί, σπρέι ή βρεγμένο ελαφρύ ρουχισμό.
  • Πίνουμε νερό τακτικά -τουλάχιστον 1 ποτήρι την ώρα και συνολικά 2 με 3 λίτρα την ημέρα.
  • Είμαστε σε τακτική επικοινωνία με ευάλωτα άτομα της οικογένειάς μας, ειδικά αν πρόκειται για άτομα άνω των 65 ετών με καρδιακές, πνευμονικές ή νεφρικές παθήσεις, αναπηρία και άτομα που ζουν μόνα.

Συντάκτης

Δείτε Επίσης

Τελευταία άρθρα