Την τελευταία δεκαετία, η σεξυπνία —μια σπάνια διαταραχή ύπνου που προκαλεί ακούσιες σεξουαλικές πράξεις— έχει εμφανιστεί ως υπεράσπιση σε υποθέσεις σεξουαλικής επίθεσης στην Αυστραλία. Πρόκειται για μια μορφή παραϋπνίας, όπου το άτομο μπορεί να εμπλακεί σε σεξουαλική συμπεριφορά ενώ κοιμάται, χωρίς μνήμη ή συνειδητή βούληση.

Η νομική βάση: αυτοματισμός
Η χρήση της σεξυπνίας στο δικαστήριο βασίζεται στην αρχή του αυτοματισμού, αναγνωρισμένης νομικής έννοιας από τον 19ο αιώνα. Το βασικό επιχείρημα είναι ότι κανείς δεν μπορεί να θεωρηθεί ποινικά υπεύθυνος για πράξεις που εκτελούνται χωρίς συνειδητή βούληση. Ο κατηγορούμενος χρειάζεται να αποδείξει μόνο «εύλογη πιθανότητα» ότι οι πράξεις του ήταν ακούσιες, ενώ η εισαγγελία οφείλει να αποδείξει «πέρα από κάθε λογική αμφιβολία» ότι ήταν εκούσιες.
Ιατρική αναγνώριση και παράγοντες κινδύνου
Η σεξυπνία εισήχθη στο DSM-5 το 2013 και συνδέεται με άλλες παραϋπνίες, όπως υπνοβασία και νυχτερινούς τρόμους. Οι παράγοντες που μπορούν να την προκαλέσουν περιλαμβάνουν άγχος και κατανάλωση αλκοόλ, ενώ η κλοναζεπάμη και ορισμένα αντικαταθλιπτικά έχουν δείξει αποτελεσματικότητα στη θεραπεία.
Διαφωνίες για ψυχική διαταραχή ή προσωρινή δυσλειτουργία
Η νομική αναγνώριση της σεξυπνίας προκαλεί συζητήσεις για το αν πρόκειται για προσωρινή δυσλειτουργία σε ένα «υγιές μυαλό» ή για ψυχική διαταραχή. Στην Αυστραλία, το δικαστήριο μπορεί να τη θεωρήσει «λογικό αυτοματισμό» και να αθωώσει τον κατηγορούμενο, ενώ αν θεωρηθεί ψυχική διαταραχή, ενδέχεται να επιβληθεί ειδική ετυμηγορία με παραπομπή σε ψυχιατρική φροντίδα.
Αμφιλεγόμενη χρήση και ανάγκη για έρευνα

Η συζήτηση είναι αμφιλεγόμενη επειδή η σεξυπνία αντιμετωπίζεται διαφορετικά από άλλες ψυχικές διαταραχές ή μορφές αυτοματισμού, παρά το γεγονός ότι μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε σοβαρές υποθέσεις σεξουαλικής βίας. Η έλλειψη επίσημων κατευθυντήριων γραμμών και η σπανιότητά της καθιστούν δύσκολη την ακριβή εκτίμηση της συχνότητας και της αξιοπιστίας της ως νομικής υπεράσπισης, γεγονός που απαιτεί περαιτέρω έρευνα και νομική προσοχή.

