Τα τελευταία χρόνια, η πρόσβαση σε θεραπείες επιβεβαίωσης φύλου έχει αυξηθεί σημαντικά, ωστόσο η δημόσια και ιατρική κατανόηση γύρω από τη μετάβαση και την απομετάβαση φύλου παραμένει περιορισμένη και έντονα πολιτικοποιημένη. Οι αφηγήσεις ανθρώπων που σταμάτησαν, ανέστειλαν ή αντέστρεψαν μια διαδικασία μετάβασης φύλου έχουν συχνά χρησιμοποιηθεί ως πεδίο αντιπαράθεσης σε πολιτισμικές και πολιτικές συζητήσεις, χωρίς επαρκή επιστημονικά δεδομένα που να αντικατοπτρίζουν την πραγματική τους εμπειρία.

Μια πρωτοποριακή μελέτη του Πανεπιστημίου York στον Καναδά, υπό την καθοδήγηση του καθηγητή Kinnon Ross MacKinnon, έρχεται να προσφέρει μια βαθύτερη, πιο τεκμηριωμένη κατανόηση του φαινομένου. Η έρευνα, που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό Archives of Sexual Behavior, βασίστηκε σε δεδομένα από 957 συμμετέχοντες στις ΗΠΑ και τον Καναδά και δείχνει ότι η απομετάβαση (detransition) δεν αποτελεί μια ενιαία ή ομοιογενή εμπειρία.
Ο MacKinnon, κοινωνικός επιστήμονας στη Σχολή Κοινωνικής Εργασίας του York, σημειώνει: «Το θέμα αυτό είναι εξαιρετικά ευαίσθητο και συχνά αντικείμενο πολιτικής πόλωσης. Πολλοί από τους ανθρώπους που έχουν βιώσει απομετάβαση νιώθουν παρερμηνευμένοι και περιθωριοποιημένοι και από τις δύο πλευρές του διαλόγου. Στόχος μας ήταν να κατανοήσουμε, μέσα από τα ίδια τα βιώματά τους, πώς βίωσαν τη μετάβαση, την απομετάβαση και τις ανάγκες φροντίδας που προέκυψαν στη συνέχεια».
Η έρευνα DARE και οι τέσσερις διαφορετικοί δρόμοι απομετάβασης
Η μελέτη, με την ονομασία DARE (Detransition Analysis, Representation, and Exploration), σχεδιάστηκε για να εξετάσει τις ποικίλες διαδρομές μέσα από τις οποίες οι άνθρωποι οδηγούνται σε απομετάβαση ή επαναμετάβαση. Τα δεδομένα συλλέχθηκαν μεταξύ 2023 και 2024 και περιλαμβάνουν ερωτηματολόγια και συνεντεύξεις. Οι συμμετέχοντες ήταν ηλικίας από 16 έως 74 ετών, με μέσο όρο τα 26, ενώ η πλειονότητα (78,8%) είχε καταγραφεί θηλυκού φύλου κατά τη γέννηση.
Η ανάλυση των δεδομένων ανέδειξε τέσσερις διακριτές κατηγορίες απομετάβασης:
-
Κατηγορία Α (33%) – Νεαρά άτομα, κυρίως AFAB, που ξεκίνησαν τη μετάβαση σε πολύ νεαρή ηλικία και αργότερα ένιωσαν έντονη μετάνοια, δυσκολίες ψυχικής υγείας και δυσαρέσκεια από τη φροντίδα που έλαβαν. Πολλοί δεν ταυτίζονται πλέον ως τρανς.
-
Κατηγορία Β (19,5%) – Άτομα που είδαν την ταυτότητά τους να εξελίσσεται φυσικά, χωρίς σημαντική μεταμέλεια. Παραμένουν σε μεγάλο ποσοστό εντός του φάσματος TGD, εκφράζοντας ικανοποίηση για τη φροντίδα που έλαβαν.
-
Κατηγορία Γ (19%) – Συνδυασμός εσωτερικών δυσκολιών (νευροαποκλίσεις, τραύματα, ψυχική υγεία) και εξωτερικών πιέσεων (απόρριψη, διακρίσεις). Εμφανίζουν μέτρια μεταμέλεια και ανάμεικτη εμπειρία από τη φροντίδα.
-
Κατηγορία Δ (28,5%) – Ακούσια απομετάβαση λόγω εξωτερικών πιέσεων όπως κοινωνική απόρριψη ή δυσκολία πρόσβασης σε θεραπείες. Οι περισσότεροι διατήρησαν την TGD ταυτότητά τους και αργότερα επανήλθαν στη μετάβαση (retransition).
Η έρευνα δείχνει ότι η απομετάβαση δεν είναι απαραίτητα συνώνυμη με την «μεταμέλεια». Για πολλούς, αποτελεί στάδιο προσωπικής ανάπτυξης ή μια προσωρινή διακοπή εξαιτίας κοινωνικών και θεσμικών φραγμών.
Πέρα από τη μεταμέλεια: ρευστότητα φύλου και ανάγκη για ευέλικτη φροντίδα
Τα ευρήματα υπογραμμίζουν ότι η ταυτότητα φύλου μπορεί να είναι ρευστή, ιδιαίτερα στους νέους ανθρώπους του φάσματος 2SLGBTQ+. Οι αλλαγές αυτές δεν πρέπει να θεωρούνται αποτυχία ή παθολογία, αλλά μέρος της φυσικής εξελικτικής πορείας της ταυτότητας κατά την εφηβεία και την ενηλικίωση.
Ο MacKinnon σημειώνει ότι «σε πολλές περιπτώσεις, η απομετάβαση δεν είναι απόρριψη της ταυτότητας φύλου, αλλά μια φάση αναστοχασμού, επαναπροσδιορισμού ή ανάγκης για διαφορετική μορφή φροντίδας».
Η μελέτη τονίζει την ανάγκη να βελτιωθεί η εκπαίδευση των επαγγελματιών υγείας και να εξασφαλιστούν πόροι για τραυματο-ενημερωμένη, μη στιγματιστική και ευέλικτη φροντίδα. Οι υπηρεσίες επιβεβαίωσης φύλου οφείλουν να προσαρμόζονται στη ρευστότητα της ταυτότητας και στις μεταβαλλόμενες ανάγκες των ανθρώπων, ιδίως των εφήβων και των νέων ενηλίκων.
Προς μια πιο ρεαλιστική και συμπεριληπτική κατανόηση
Η έρευνα DARE αποτελεί μια από τις πρώτες μεγάλης κλίμακας επιστημονικές προσπάθειες των τελευταίων δεκαετιών που εξετάζει την απομετάβαση με σεβασμό και επιστημονική ακρίβεια. Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι η εμπειρία δεν είναι μονοσήμαντη, αλλά επηρεάζεται από κοινωνικούς, ψυχολογικούς και ιατρικούς παράγοντες.

Για να δημιουργηθούν ασφαλέστερα και πιο αποτελεσματικά συστήματα φροντίδας, χρειάζεται να ενσωματωθεί η πολυπλοκότητα της ανθρώπινης εμπειρίας φύλου στα πρωτόκολλα θεραπείας και τις κατευθυντήριες οδηγίες, όπως αυτές του WPATH (World Professional Association for Transgender Health).
Η προσέγγιση της φροντίδας πρέπει να είναι ευέλικτη, συμπονετική και βασισμένη σε αποδείξεις, ώστε να ενισχύει την εμπιστοσύνη των ασθενών και να μειώνει τον κίνδυνο βλάβης ή περιθωριοποίησης. Η κατανόηση της ρευστότητας φύλου και της πολυπλοκότητας που έχει η απομετάβαση φύλου αποτελεί το κλειδί για μια πραγματικά συμπεριληπτική και ασφαλή φροντίδα για όλα τα άτομα του φάσματος 2SLGBTQIA+.

