Η πολιτεία Οχάιο εξετάζει ένα νομοσχέδιο που θα επιβάλει νέα, υποχρεωτικά πρότυπα για τις δομές υγείας στις περιπτώσεις που υπάρχει ενδοοικογενειακή βία. Το νομοσχέδιο, γνωστό ως «Break the Silence Act», φιλοδοξεί να διασφαλίσει ότι οι επαγγελματίες υγείας θα έχουν σαφή διαδικασία αντιμετώπισης όταν έρχονται σε επαφή με ασθενείς που μπορεί να υφίστανται κατάχρηση από σύντροφο ή μέλος του νοικοκυριού τους.

Μεταξύ των βασικών απαιτήσεων, προβλέπεται ότι όταν ένας επαγγελματίας υγείας υποπτευτεί ενδοοικογενειακή βία, πρέπει να διενεργήσει ιδιωτική συνέντευξη με τον ασθενή —χωρίς την παρουσία άλλων— και, στη συνέχεια, να μιλήσει ξεχωριστά με οποιοδήποτε συγγενικό ή οικιακό πρόσωπο βρίσκεται μαζί του. Επιπλέον, όποιες ενδείξεις καταγραφόμενων τραυματισμών πρέπει να τεκμηριώνονται στο ιατρικό ιστορικό του ασθενούς, ώστε να υπάρχει επίσημη καταγραφή πιθανού κακοποιητικού ιστορικού.
Αυτές οι αλλαγές κρίνεται ότι είναι αναγκαίες, καθώς πολλοί επιζώντες ενδοοικογενειακής βίας δεν έχουν ποτέ την ευκαιρία να μιλήσουν ανοιχτά κατά τη διάρκεια ιατρικών επισκέψεων. Σε πολλές περιπτώσεις, ο θύτης συνοδεύει το θύμα σε κάθε επίσκεψη, δημιουργώντας έναν «σιωπηλό περιορισμό» της δυνατότητας του θύματος να αποκαλύψει την κατάστασή του με ασφάλεια. Για παράδειγμα, μια γυναίκα που είχε επιζήσει από ενδοοικογενειακή κακοποίηση περιέγραψε ότι ο κακοποιητής της ήταν πάντα παρών στην αίθουσα αναμονής και την εξέτασή της, και όταν η νοσηλεύτρια διακριτικά τη ρώτησε αν αισθάνεται ασφαλής στο σπίτι, εκείνος καθόταν δίπλα της, παρακολουθώντας κάθε της λέξη.
Οι υποστηρικτές του νομοσχεδίου τονίζουν ότι οι εργαζόμενοι στον χώρο της υγείας μπορεί να είναι η πρώτη γραμμή άμυνας και αλλαγής στη ζωή ενός θύματος. Ένας δικηγόρος της πόλης του Κολόμπους τόνισε ότι, σε πολλές περιπτώσεις, δεν υπάρχει άλλος δίαυλος παρέμβασης: οι αστυνομικές υπηρεσίες ή το σύστημα ποινικής δικαιοσύνης δεν «συναντούν» ποτέ τον θύτη, ενώ οι υγειονομικοί μπορούν να διακρίνουν τον πόνο πίσω από τα τραυματισμένα σώματα και να προσφέρουν βοήθεια, να παρέχουν πόρους και να κινητοποιήσουν υποστήριξη.
Στο πλαίσιο της νομοθετικής πρότασης, προβλέπεται ότι οι επαγγελματίες υγείας, όταν αναγνωρίσουν σημάδια βίας, θα πρέπει να προσφέρουν στο θύμα ενημερωτικά υλικά, καθώς και «ζεστές παραπομπές» (warm referrals) σε τοπικά προγράμματα στήριξης — όχι απλά ένα έντυπο, αλλά μια διαδικασία συνεργασίας με οργανώσεις για σχεδιασμό ασφάλειας και υποστήριξης μετά την έξοδο από την κλινική.
Το σχέδιο νόμου υποστηρίζεται από τοπικούς φορείς κατά της βίας, οι οποίοι τονίζουν ότι η ασφάλεια και η στήριξη δεν πρέπει να εξαρτώνται από τον τόπο όπου βρίσκεται κάποιος — κάθε νοσοκομείο και κέντρο άμεσης φροντίδας πρέπει να λειτουργεί με ίδια πρότυπα. Κατά τη στιγμή της εισαγωγής, το νομοσχέδιο δεν είχε ακόμα ανατεθεί σε επιτροπή, αλλά έχει ήδη κερδίσει την υποστήριξη οργανώσεων που εργάζονται για την προστασία των θυμάτων.
Η ανάγκη για αυτό το νομοσχέδιο ενισχύεται από στατιστικά στοιχεία που δείχνουν αύξηση στους θανάτους από ενδοοικογενειακή βία στην Οχάιο. Οι υποστηρικτές τονίζουν ότι χωρίς σαφή πρωτόκολλα, τα θύματα μπορεί να χάνονται μέσα στο σύστημα υγείας χωρίς κατάλληλη αναγνώριση και υποστήριξη.
Από ιατρικής πλευράς, η εισαγωγή τέτοιων προτύπων αναμένεται να ενισχύσει την ευαισθητοποίηση των εργαζομένων στην υγεία και να προσφέρει εκπαίδευση σε θέματα αναγνώρισης κακοποίησης και ασφάλειας για τα θύματα. Αυτό σημαίνει ότι οι γιατροί, οι νοσηλευτές και άλλα μέλη του προσωπικού θα πρέπει να είναι σε θέση όχι μόνο να εντοπίζουν τα σημάδια φυσικής βίας, αλλά και να χειρίζονται ευαίσθητα τη συνομιλία με το θύμα, ώστε να του αποδώσουν τη στήριξη που χρειάζεται.
Παράλληλα, η τεκμηρίωση των τραυματισμών στο ιατρικό αρχείο του ασθενούς μπορεί να λειτουργεί ως κρίσιμο στοιχείο σε νομικές ή δικαστικές διαδικασίες, εφόσον υπάρξει καταγγελία. Με αυτόν τον τρόπο, το υγειονομικό σύστημα δεν είναι απλά χώρος θεραπείας τραυμάτων, αλλά μπορεί να γίνει σημείο αφετηρίας για την ασφάλεια και τη δικαιοσύνη.

Σε συνολική εικόνα, το νομοσχέδιο αποσκοπεί στην κερδοφόρα συνεργασία μεταξύ του συστήματος υγείας και των οργανώσεων κοινωνικής υποστήριξης. Με πιο σταθερά, υποχρεωτικά και ομοιόμορφα πρότυπα, η Πολιτεία προσπαθεί να διασφαλίσει ότι κανένα θύμα ενδοοικογενειακής βίας δεν θα μένει «αόρατο» όταν προσέρχεται για ιατρική περίθαλψη.
Αν τελικά υιοθετηθεί, το «Break the Silence Act» μπορεί να αποτελέσει σημαντικό βήμα προς ένα πιο δίκαιο και ασφαλές σύστημα υγειονομικής φροντίδας, όπου η προστασία των θυμάτων δεν εξαρτάται από το αν κάποιος θα τολμήσει να «σπάσει τη σιωπή», αλλά από το ότι το ίδιο το σύστημα έχει σχεδιαστεί ώστε να τον ακούει και να τον υπερασπίζεται.

