Γαλλία: Ο Carsten Brzeski, επικεφαλής μακροοικονομικής ανάλυσης της ING και λάτρης των σπορ, θυμάται τους Ολυμπιακούς Αγώνες στο Παρίσι πέρυσι και αναρωτιέται –ως οικονομολόγος– αν το να δαπανώνται τεράστια ποσά για μια εντυπωσιακή Ολυμπιακή διοργάνωση είναι τελικά βιώσιμο.
«Ίσως να αποτελεί προειδοποιητικό σήμα ή απλώς μια σύμπτωση, αλλά τις τελευταίες δύο δεκαετίες, οι ευρωπαϊκές χώρες που φιλοξένησαν Ολυμπιακούς Αγώνες κατέληξαν με οικονομικές δυσκολίες: η Ελλάδα, το Ηνωμένο Βασίλειο και τώρα η Γαλλία», τονίζει στην ανάλυσή του. Προσθέτει ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και η ΕΚΤ θα πρέπει να εντείνουν τις πιέσεις στο Παρίσι ώστε να επιστρέψει στη δημοσιονομική πειθαρχία, κάτι που αφορά άμεσα ολόκληρη την Ευρώπη.
Δομικά προβλήματα
«Συνήθως, όταν μιλάμε για πολιτική αστάθεια και κατακερματισμό, σκεφτόμαστε την Ιταλία, που στη δεκαετία του 2010 είχε έξι πρωθυπουργούς και δεκατέσσερα κόμματα στη Βουλή. Κι όμως, η Γαλλία έχει αλλάξει έξι πρωθυπουργούς από το 2020, όταν η Ιταλία είχε μόνο τρεις» επισημαίνει ο Brzeski.
Την ώρα που το Παρίσι περιμένει να μάθει τον νέο πρωθυπουργό, ο αναλυτής παρατηρεί ότι όσο πιο συχνά καταρρέουν οι κυβερνήσεις, τόσο πιο ξεκάθαρο γίνεται ότι κάτι είναι δομικά λάθος. «Ο αριθμός των πρωθυπουργών δεν είναι η αιτία, αλλά το σύμπτωμα. Δείχνει ότι κάτι στην οικονομία ή/και στην κοινωνία χρειάζεται διόρθωση», προσθέτει.
Κατά τον ίδιο, η Γαλλία βρίσκεται μπροστά στο δίλημμα πώς να συνδυάσει το αυξανόμενο δημόσιο χρέος και τη γήρανση του πληθυσμού με την ανάγκη για επενδύσεις και μεταρρυθμίσεις. «Ό,τι κι αν φέρουν οι επόμενες μέρες ή εβδομάδες στην πολιτική σκηνή, λύση σε αυτό το δίλημμα δεν φαίνεται άμεσα», σημειώνει.
Η πίεση από Βρυξέλλες και Φρανκφούρτη
Μέχρι στιγμής οι εξελίξεις στη Γαλλία δεν σημαίνουν επιστροφή στην κρίση του ευρώ, ούτε άμεση μετάδοση της κρίσης σε άλλες χώρες της Ευρωζώνης. Ωστόσο, μια έμμεση επίδραση είναι πιθανή, καθώς η πολιτική αβεβαιότητα θα αφήσει αποτύπωμα στη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία της ζώνης του ευρώ.
Ο Brzeski υπενθυμίζει ότι και άλλες ευρωπαϊκές χώρες βρίσκονται σε παρόμοιο δίλημμα. Για χώρες με μεγαλύτερα δημοσιονομικά περιθώρια, όπως η Γερμανία, η κατάσταση στη Γαλλία λειτουργεί ως καμπανάκι: η δημοσιονομική στήριξη πρέπει να συνοδεύεται από διαρθρωτικές αλλαγές.
«Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και η ΕΚΤ θα αναγκαστούν να κρατήσουν σκληρή στάση, πιέζοντας τη γαλλική κυβέρνηση να συμμορφωθεί με τους κανόνες της Ευρώπης. Διαφορετικά, οι κανόνες αυτοί δεν θα είναι απλώς παραβιασμένοι, αλλά ξεπερασμένοι», τονίζει. Για την ΕΚΤ, η παροχή στήριξης μέσω TPI ή OMT θα έστελνε το λάθος μήνυμα.
Η σημασία του γαλλογερμανικού άξονα
Η Ευρώπη χρειάζεται έναν ισχυρό γαλλογερμανικό άξονα για να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις και να αποτρέψει περαιτέρω υποχώρηση στο παγκόσμιο οικονομικό στερέωμα. Ο αναλυτής υπενθυμίζει ότι η τελευταία φορά που αυτός ο άξονας λειτούργησε αποτελεσματικά ήταν στην πανδημία, όταν Γαλλία και Γερμανία στήριξαν το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης. Έκτοτε, έχει πληγεί από τη γερμανική αδυναμία και την πολιτική αναβλητικότητα.
«Τώρα που η Γερμανία προσπαθεί να ανακάμψει και να ξανακερδίσει τον ηγετικό της ρόλο, η κρίση στη Γαλλία έρχεται στη χειρότερη στιγμή», λέει ο Brzeski. Με τα σημερινά δεδομένα, είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς ότι η Ευρώπη θα πετύχει ουσιαστική πρόοδο στην Ένωση Κεφαλαιαγορών, στις διασυνοριακές επενδύσεις ή στη μείωση της γραφειοκρατίας. Ακόμη και ο μακροπρόθεσμος προϋπολογισμός της ΕΕ κινδυνεύει, καταλήγει ο αναλυτής της ING.