Η ανατροφή ενός παιδιού δεν είναι ποτέ εύκολη υπόθεση. Για πολλούς γονείς, η καθημερινότητα γίνεται ακόμη πιο δύσκολη όταν συνοδεύεται από τον αόρατο, αλλά βαρύ, φορτίο μιας ψυχικής διαταραχής. Σύγχρονες έρευνες δείχνουν ότι τα προβλήματα ψυχικής υγείας συχνά δεν επηρεάζουν μόνο τον έναν γονέα, αλλά και τον/την σύντροφό του — και, τελικά, αφήνουν αποτύπωμα και στην ψυχική ευημερία των παιδιών τους.
Ο Οκτώβριος αποτελεί μήνα αφιερωμένο στην ευαισθητοποίηση για την ψυχική υγεία, με δύο σημαντικές ημερομηνίες: την Εβδομάδα Ενημέρωσης για τις Ψυχικές Ασθένειες (5–11 Οκτωβρίου) και την Παγκόσμια Ημέρα Ψυχικής Υγείας (10 Οκτωβρίου). Είναι η κατάλληλη στιγμή για να αναδειχθούν νέα επιστημονικά δεδομένα που συνδέουν τη γονεϊκότητα με την ψυχική ισορροπία.
Οι αριθμοί πίσω από την ψυχική επιβάρυνση
Σύμφωνα με την Εθνική Έρευνα για τη Χρήση Ουσιών και την Υγεία (2021–2023) στις Ηνωμένες Πολιτείες, ένας στους τέσσερις γονείς έχει διαγνωστεί με κάποια ψυχική διαταραχή. Ωστόσο, οι ειδικοί προειδοποιούν ότι οι επιπτώσεις αυτών των διαγνώσεων δεν περιορίζονται στο άτομο — επηρεάζουν ολόκληρο το οικογενειακό σύστημα.
Ο William A. Haseltine, Ph.D., πρώην καθηγητής στην Ιατρική Σχολή του Χάρβαρντ, και η Mariel Marcano-Olivier, Ph.D., ερευνήτρια ψυχικής υγείας στο Πανεπιστήμιο του Μπέρμιγχαμ, ανέλυσαν πρόσφατα τα δεδομένα μιας μεγάλης μελέτης για τα ζευγάρια και τα παιδιά τους, φέρνοντας στο φως ενδιαφέροντα ευρήματα για την αλληλεπίδραση μεταξύ συντρόφων που αντιμετωπίζουν ψυχικές προκλήσεις.
Όταν οι ψυχικές διαταραχές «μοιράζονται» μέσα στο ζευγάρι
Η μελέτη χρησιμοποίησε δεδομένα από περισσότερα από 12 εκατομμύρια άτομα και εξέτασε εννέα διαφορετικές ψυχικές διαταραχές. Το αποτέλεσμα ήταν ξεκάθαρο: οι διαγνώσεις συχνά «συμβαδίζουν» ανάμεσα στους συντρόφους.
Όπως σημειώνει ο Haseltine στο Psychology Today: «Όταν ο ένας σύζυγος διαγιγνώσκεται με κατάθλιψη, η πιθανότητα ο άλλος να εμφανίσει επίσης κατάθλιψη ή κάποια σχετική διαταραχή, όπως αγχώδη συμπτώματα, αυξάνεται σημαντικά. Το μοτίβο αυτό είναι κοινό σε διαφορετικές χώρες και πολιτισμούς».
Η Marcano-Olivier, σε άρθρο της στο The Conversation, εξηγεί ότι η μελέτη δεν αποδεικνύει αιτιώδη σχέση, αλλά υποδεικνύει έναν ισχυρό συσχετισμό. Γιατί, όμως, οι άνθρωποι με ψυχικές δυσκολίες τείνουν να συνάπτουν σχέσεις μεταξύ τους;
Γιατί οι «όμοιοι» έλκονται
Μία πιθανή εξήγηση είναι η θεωρία της ομοιοπαθητικής επιλογής συντρόφου (assortative mating). Σύμφωνα με αυτήν, οι άνθρωποι επιλέγουν συντρόφους με παρόμοια χαρακτηριστικά — όχι μόνο κοινωνικά ή πολιτισμικά, αλλά και ψυχολογικά.
Όπως γράφει η Marcano-Olivier: «Συνήθως θεωρούμε ότι η ομοιότητα αφορά την κοινωνική τάξη ή τις αξίες, αλλά φαίνεται ότι επεκτείνεται και στον τρόπο που σκεφτόμαστε ή βιώνουμε τον κόσμο».
Μια δεύτερη εξήγηση αφορά την κοινωνική εγγύτητα. Οι άνθρωποι με ψυχικές διαταραχές ενδέχεται να κινούνται σε παρόμοιους κοινωνικούς κύκλους — για παράδειγμα, άτομα με προβλήματα κατάχρησης ουσιών μπορεί να γνωριστούν σε χώρους που συχνάζουν για παρόμοιους λόγους.
Παράλληλα, η θεωρία του δεσμού (attachment theory) προσφέρει μια πιο βαθιά ερμηνεία. Οι πρώτες σχέσεις που αναπτύσσουμε ως βρέφη με τους φροντιστές μας επηρεάζουν το πώς σχετιζόμαστε ως ενήλικες. Εάν μεγαλώσαμε σε περιβάλλον με ανασφάλεια ή ψυχική αστάθεια, ενδέχεται ασυνείδητα να αναζητούμε συντρόφους που αναπαράγουν αυτά τα μοτίβα.
Τέλος, σύμφωνα με τη θεωρία της κοινωνικής ταυτότητας, οι άνθρωποι επιζητούν κατανόηση και αποδοχή μέσα από κοινές εμπειρίες. Έτσι, κάποιος που έχει βιώσει άγχος ή κατάθλιψη μπορεί να αισθανθεί πιο ασφαλής δίπλα σε έναν άνθρωπο που κατανοεί εκ των έσω αυτή την εμπειρία.
Το αποτύπωμα στα παιδιά
Ο Haseltine υπογραμμίζει ότι οι συνέπειες των κοινών ψυχικών προκλήσεων στο ζευγάρι δεν σταματούν εκεί — αγγίζουν βαθιά και τα παιδιά. «Τα παιδιά εκτίθενται τόσο σε γενετικούς όσο και σε περιβαλλοντικούς παράγοντες κινδύνου που πηγάζουν από την ψυχική υγεία των γονέων», εξηγεί. Η σύγκλιση αυτών των παραγόντων μπορεί να οδηγήσει σε πρώιμη εμφάνιση ψυχικών διαταραχών, αυξημένη σοβαρότητα ή πολλαπλές συννοσηρότητες.
Μια μελέτη του 2025 που περιέλαβε πάνω από 3 εκατομμύρια άτομα έδειξε ότι όσοι έχουν πρώτου βαθμού συγγενή με κατάθλιψη έχουν κίνδυνο 15% να εμφανίσουν τη διαταραχή στη διάρκεια της ζωής τους — σχεδόν διπλάσιο από τον γενικό πληθυσμό. Αυτό το ποσοστό αντικατοπτρίζει μια σιωπηλή αλυσίδα που συνδέει γενιές ολόκληρες: «Τα παιδιά εκτίθενται ταυτόχρονα σε γενετικούς και περιβαλλοντικούς κινδύνους», γράφει ο Haseltine. «Αυτό αυξάνει την πιθανότητα να αναπτύξουν ψυχικά προβλήματα νωρίτερα, να αντιμετωπίσουν πολλαπλές δυσκολίες ή να δυσκολεύονται στις σχέσεις τους ως ενήλικες».
Ένας κύκλος που μπορεί να σπάσει
Παρόλο που η έρευνα αποκαλύπτει ανησυχητικά μοτίβα, η έγκαιρη παρέμβαση μπορεί να κάνει τη διαφορά. Οι ειδικοί τονίζουν τη σημασία της ψυχοθεραπείας, της οικογενειακής υποστήριξης, και της ανοιχτής επικοινωνίας μέσα στην οικογένεια. Η ψυχική ασθένεια δεν είναι προσωπική αποτυχία — είναι μέρος της ανθρώπινης εμπειρίας. Όταν οι γονείς μιλούν ανοιχτά για τις δυσκολίες τους και αναζητούν βοήθεια, δίνουν στα παιδιά τους ένα ανεκτίμητο μάθημα: ότι η ευαλωτότητα δεν είναι αδυναμία, αλλά πράξη δύναμης.