Η εγκεφαλική ελονοσία είναι μία από τις πιο σοβαρές και θανατηφόρες επιπλοκές της λοίμωξης από τον παράσιτο της ελονοσίας. Όταν το παράσιτο επιτίθεται στο αίμα, υπό ορισμένες συνθήκες, μπορεί να προκαλέσει καταστάσεις στις οποίες ο εγκέφαλος υποστεί άμεση βλάβη. Οι επιπτώσεις της ελονοσίας είναι δραματικές: απώλεια συνείδησης, σπασμοί, αναπνευστική δυσχέρεια, ακόμη και θάνατος ή μόνιμες νευρολογικές βλάβες σε όσους επιβιώσουν.
Τι συμβαίνει όταν το παράσιτο φτάνει στον εγκέφαλο
Σε κανονική λοίμωξη από ελονοσία, τα μολυσμένα ερυθρά αιμοσφαίρια κυκλοφορούν στο αίμα και προσβάλλουν διάφορα όργανα. Στην εγκεφαλική μορφή, όμως, γίνονται δύο καίρια πράγματα:
-
Καθίζηση (sequestration) αιμοσφαιρίων στην εγκεφαλική μικροκυκλοφορία
Τα αιμοσφαίρια που έχουν μολυνθεί από τον παράσιτο κολλούν στα τοιχώματα των μικρών αγγείων του εγκεφάλου. Με αυτόν τον τρόπο φράζουν την κυκλοφορία σε περιοχές που είναι κρίσιμες για την παροχή οξυγόνου και θρεπτικών στοιχείων. -
Φλεγμονώδης αντίδραση και ενεργοποίηση αγγειακών κυττάρων
Το σώμα αντιδρά στο μόλυσμα με φλεγμονή. Κυτοκίνες και άλλα μόρια – σηματοδότες της ανοσολογικής αντίδρασης – ενεργοποιούν τα κύτταρα των τοιχωμάτων των αγγείων και προκαλούν διαρροές, οίδημα (πρήξιμο) και μείωση της σταθερότητας των αγγείων. Αυτές οι αλλαγές ενισχύουν τη δυσκολία στην κυκλοφορία του αίματος μέσα στον εγκεφαλικό ιστό.
Οι νευρολογικές συνέπειες
Τα κύρια νευρολογικά προβλήματα της εγκεφαλικής ελονοσίας περιλαμβάνουν:
-
Κωματώδη κατάσταση: ο ασθενής χάνει επαφή με τον περιβάλλοντα κόσμο, δεν ανταποκρίνεται σε ερεθίσματα – ένας πολύ βαριάς μορφής εκδήλωση.
-
Σπασμούς και κρίσεις: οι νευρώνες που υποφέρουν από την έλλειψη οξυγόνου λειτουργούν εσφαλμένα, προκαλώντας σπασμούς.
-
Απόφραξη οξυγόνου: όταν η κυκλοφορία του αίματος είναι ανεπαρκής, ο εγκέφαλος δεν λαμβάνει επαρκές οξυγόνο, με συνέπεια κυτταρική βλάβη.
-
Οίδημα εγκεφάλου: το πρήξιμο αυξάνει την πίεση μέσα στο κρανίο, κάτι που μπορεί να οδηγήσει σε περαιτέρω βλάβες, ακόμη και στο σημείο ελέγχου της ζωής όπως ο στέλεχος του εγκεφάλου.
Μακροχρόνιες επιπτώσεις στους επιζώντες
Για όσους επιβιώνουν της εγκεφαλικής ελονοσίας, η μόλυνση δεν τελειώνει εκεί. Ενδέχεται να υπάρξουν:
-
Προβλήματα μάθησης, μνήμης και συγκέντρωσης
-
Αλλαγές στην κινητική λειτουργία (π.χ. δυσκολία στο περπάτημα ή στον συντονισμό)
-
Διαταραχές στην όραση ή την ακοή
-
Επιληψία ή επιρροές στην ψυχική υγεία λόγω των νευρολογικών επιπτώσεων
Κάποιες από αυτές τις αλλαγές μπορεί να εμφανιστούν νωρίς, ενώ άλλες εξελίσσονται με το πέρασμα του χρόνου.
Προκλήσεις στη διάγνωση και θεραπεία
Η διάγνωση της εγκεφαλικής ελονοσίας απαιτεί συνδυασμό κλινικών συμπτωμάτων – όπως η απώλεια συνείδησης ή οι σπασμοί – με εργαστηριακά ευρήματα και νευροαπεικονιστικά τεστ όταν είναι διαθέσιμα. Ωστόσο:
-
Πολλές φορές δεν υπάρχουν οι υποδομές για απεικόνιση του εγκεφάλου σε περιοχές όπου η ελονοσία είναι ενδημική.
-
Τα συμπτώματα μπορεί να συγχέονται με άλλες ασθένειες ή επιπλοκές, ειδικά όταν ο ασθενής δεν είναι σε κώμα.
-
Η θεραπεία απαιτεί άμεση χορήγηση αντιπαρασιτικών φαρμάκων, μαζί με υποστηρικτική φροντίδα για τον έλεγχο της θερμοκρασίας, των ηλεκτρολυτών και της ενυδάτωσης.
Τι μπορούμε να κάνουμε για προστασία και βελτίωση αποτελεσμάτων
Για να μειωθεί η επίπτωση της εγκεφαλικής ελονοσίας, χρειάζεται:
-
Πρόληψη κατά της ελονοσίας (π.χ. χρήση εντομοαπωθητικών, καθαρές σίτες, έγκαιρη διάγνωση και θεραπεία της ελονοσίας πριν εξελιχθεί).
-
Ταχύς εντοπισμός συμπτωμάτων που δείχνουν νευρολογική εμπλοκή, ώστε να ξεκινήσει θεραπεία το συντομότερο δυνατό.
-
Βελτίωση των υποδομών υγείας σε περιοχές με πολλά κρούσματα, ώστε να υπάρχουν δυνατότητες απεικόνισης, υποστήριξης νευρολογικών λειτουργιών και αποκατάστασης μετά την οξεία φάση.
-
Μελέτες για νεότερες θεραπείες που να μειώνουν τη φλεγμονή, το οίδημα ή την αγγειακή βλάβη μέσα στον εγκέφαλο.
Η εγκεφαλική ελονοσία δεν είναι απλώς μια σοβαρή νόσος. Είναι μία νόσος που πλήττει άμεσα τον εγκέφαλο και έχει συνέπειες βαθιές και συχνά μόνιμες. Η ένταση των συμπτωμάτων, η ταχύτητα της εξέλιξης και οι μακροχρόνιες βλάβες καθιστούν κρίσιμη την έγκαιρη αντιμετώπιση και την πρόληψη. Παρά τις δυσκολίες σε υποδομές και πρόσβαση στις εξετάσεις, είναι απαραίτητη η ενημέρωση, η εκπαίδευση και η συνεργασία για την προστασία εκείνων που κινδυνεύουν περισσότερο: τα παιδιά σε ενδημικές περιοχές και όσους ζουν σε απομακρυσμένα μέρη.