Σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιοποίησε η Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ), ο πληθωρισμός στην Ελλάδα υποχώρησε στο 2,9% τον Αύγουστο του 2025, έναντι 3,1% τον Ιούλιο και 3% τον ίδιο μήνα του προηγούμενου έτους. Παρά τη μείωση αυτή, οι τιμές σε βασικά αγαθά και υπηρεσίες εξακολουθούν να πιέζουν τα νοικοκυριά.
Κύριοι παράγοντες της μείωσης
Η ετήσια μείωση του πληθωρισμού οφείλεται κυρίως στη σημαντική πτώση των τιμών στην ενέργεια και τα καύσιμα. Ωστόσο, οι αυξήσεις σε άλλες κατηγορίες αγαθών και υπηρεσιών, όπως τρόφιμα, ένδυση και ενοίκια, αντιστάθμισαν εν μέρει αυτή την πτώση.
Ειδικότερα:
-
Ενέργεια και καύσιμα: Καταγράφηκαν μειώσεις στις τιμές, συμβάλλοντας στη συνολική μείωση του πληθωρισμού.
-
Διατροφή: Η ομάδα αυτή παρουσίασε αύξηση 2,2%, με σημαντικές ανατιμήσεις σε φρούτα (11,6%), σοκολάτες (23,2%) και καφέ (18,5%). Αντίθετα, παρατηρήθηκε μείωση στις τιμές του ελαιόλαδου (33,2%) και των νωπών λαχανικών.
-
Ένδυση και υπόδηση: Οι τιμές αυξήθηκαν κατά 7,7%, κυρίως λόγω των νέων συλλογών και των εποχιακών αλλαγών.
-
Ενοίκια κατοικιών: Κατέγραψαν αύξηση 10,9%, ενώ σε μηνιαία βάση σημειώθηκε επιπλέον αύξηση 0,5% από τον Ιούλιο.
-
Μεταφορές και υπηρεσίες: Οι τιμές αυξήθηκαν σε αεροπορικά εισιτήρια (18,1%), πακέτα διακοπών (6,4%) και ασφάλιστρα υγείας (7%).
Συγκριτική ανάλυση
Σε σύγκριση με τον Ιούλιο, ο γενικός δείκτης τιμών καταναλωτή παρουσίασε αύξηση 0,1%, ενώ τον αντίστοιχο μήνα του προηγούμενου έτους είχε σημειωθεί αύξηση 0,3%. Αυτή η διαφοροποίηση υποδηλώνει μια σταδιακή αποκλιμάκωση των πληθωριστικών πιέσεων.
Εναρμονισμένος πληθωρισμός
Ο εναρμονισμένος δείκτης τιμών καταναλωτή παρουσίασε αύξηση 3,1% τον Αύγουστο σε σχέση με τον ίδιο μήνα του προηγούμενου έτους, ενώ σε μηνιαία βάση σημειώθηκε μείωση 0,6% από τον Ιούλιο.
Προοπτικές
Αν και ο πληθωρισμός παρουσίασε μικρή υποχώρηση, οι αυξήσεις σε βασικά αγαθά και υπηρεσίες συνεχίζουν να επηρεάζουν την αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών. Οι οικονομικοί αναλυτές παρακολουθούν στενά τις εξελίξεις, καθώς οι πληθωριστικές πιέσεις ενδέχεται να παραμείνουν σταθερές ή να αυξηθούν, ανάλογα με τις εξελίξεις στην παγκόσμια οικονομία και τις πολιτικές της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.