Μια νέα, μεγάλης κλίμακας μελέτη από ερευνητές του Πανεπιστημίου του Όρεγκον σε συνεργασία με την Google Research αμφισβητεί την ευρέως διαδεδομένη πεποίθηση ότι η εκτεταμένη χρήση των smartphone επηρεάζει αρνητικά την ψυχική υγεία των ενηλίκων. Τα ευρήματα, που δημοσιεύτηκαν στο περιοδικό Proceedings of the National Academy of Sciences (PNAS), δείχνουν ότι η σχέση ανάμεσα στη χρήση κινητών τηλεφώνων και την ευημερία είναι ασθενής ή στατιστικά αμελητέα.
Η μεγαλύτερη μελέτη του είδους της
Η μελέτη αποτελεί τη μεγαλύτερη και πιο ολοκληρωμένη έρευνα μέχρι σήμερα που εξετάζει πώς η αντικειμενικά μετρημένη χρήση smartphone συνδέεται με τη διάθεση και την ψυχική ευημερία.
Η ερευνητική ομάδα, υπό την καθοδήγηση του Nicholas Allen, καθηγητή κλινικής ψυχολογίας και διευθυντή του Κέντρου Ψηφιακής Ψυχικής Υγείας του Πανεπιστημίου του Όρεγκον, ανέλυσε περισσότερες από 250.000 ημέρες δεδομένων χρήσης smartphone από πάνω από 10.000 ενήλικες στις Ηνωμένες Πολιτείες, ηλικίας 18 ετών και άνω.
Η μελέτη διακρίνεται γιατί δεν βασίστηκε σε αυτοαναφορές —οι οποίες συχνά είναι ανακριβείς— αλλά σε αντικειμενικά δεδομένα που καταγράφηκαν αυτόματα από τις συσκευές των συμμετεχόντων.
Πώς διεξήχθη η έρευνα
Κατά τη διάρκεια τεσσάρων εβδομάδων, οι ερευνητές κατέγραψαν παθητικά τη δραστηριότητα των χρηστών στα κινητά, συμπεριλαμβανομένου του χρόνου οθόνης, των κατηγοριών εφαρμογών που χρησιμοποιούσαν και της συχνότητας ξεκλειδώματος της συσκευής.
Παράλληλα, οι συμμετέχοντες συμπλήρωναν καθημερινά ερωτηματολόγια διάθεσης. Τα δεδομένα αυτά συσχετίστηκαν στατιστικά, ώστε να διερευνηθεί εάν η χρήση των smartphone επηρέαζε τη διάθεση ή τα συμπτώματα ψυχικής υγείας σε σύντομο ή μακροπρόθεσμο χρονικό διάστημα.
Η ομάδα χρησιμοποίησε πολυεπίπεδα στατιστικά μοντέλα για να ελέγξει πιθανές συσχετίσεις ανάμεσα στη χρήση των συσκευών και τη συναισθηματική κατάσταση, λαμβάνοντας υπόψη μεταβλητές όπως η ηλικία και το φύλο.
Ελάχιστη ή ανύπαρκτη συσχέτιση
Τα ευρήματα έδειξαν ότι, συνολικά, η χρήση smartphone είχε πολύ μικρή ή μη στατιστικά σημαντική σχέση με τη διάθεση και την ευημερία των ενηλίκων. Μολονότι στους νεότερους ενήλικες παρατηρήθηκε μια ελαφρώς ισχυρότερη αρνητική σχέση μεταξύ χρήσης κοινωνικών δικτύων και χαμηλότερης διάθεσης, η συσχέτιση αυτή εξαφανιζόταν σε μεγαλύτερα χρονικά διαστήματα.
Όπως σημείωσε ο Allen: “Τα αποτελέσματά μας αμφισβητούν την κοινή αντίληψη ότι η χρήση smartphone είναι εγγενώς επιβλαβής για την ψυχική υγεία. Οι προηγούμενες ανησυχίες και πολιτικές συζητήσεις στηρίζονταν σε μικρές και αυτοαναφερόμενες έρευνες, ενώ η δική μας μελέτη δείχνει πως η σχέση είναι πολύ πιο σύνθετη — και στις περισσότερες περιπτώσεις, ελάχιστη.”
Οι δημογραφικοί παράγοντες έχουν μεγαλύτερη σημασία
Η μελέτη διαπίστωσε ότι δημογραφικοί παράγοντες όπως η ηλικία και το φύλο αποτελούν πολύ ισχυρότερους δείκτες διάθεσης σε σχέση με τη χρήση κινητού. Οι νεότεροι ενήλικες και οι γυναίκες ανέφεραν χαμηλότερους μέσους δείκτες διάθεσης, ανεξάρτητα από τον χρόνο χρήσης του τηλεφώνου. Αυτό υποδηλώνει ότι η ψυχολογική ευημερία επηρεάζεται περισσότερο από κοινωνικούς και βιολογικούς παράγοντες, παρά από τη συχνότητα ενασχόλησης με το κινητό.
Μια συνεργασία τεχνολογίας και επιστήμης
Η μελέτη ξεκίνησε το 2021, όταν ερευνητές της Google Health προσέγγισαν τον Allen για πιθανή συνεργασία. Και οι δύο πλευρές ήθελαν να ξεπεράσουν τα μεθοδολογικά προβλήματα προηγούμενων ερευνών, όπως τα μικρά δείγματα και τα υποκειμενικά δεδομένα.
Η Google συνέβαλε στη στρατολόγηση συμμετεχόντων και στη συλλογή δεδομένων μέσω της εφαρμογής Google Health Studies, επιτρέποντας τη δημιουργία μιας τεράστιας βάσης αντικειμενικών δεδομένων πραγματικού κόσμου.
Ο John Hernandez, διευθυντής και επικεφαλής κλινικής έρευνας στην Google, δήλωσε: “Αυτή η συνεργασία με το Πανεπιστήμιο του Όρεγκον αποτελεί σημαντικό βήμα για την επιτάχυνση της έρευνας γύρω από την ψηφιακή ευημερία. Χάρη στους περισσότερους από 10.000 συμμετέχοντες, καταφέραμε να συλλέξουμε δεδομένα σε πρωτοφανή κλίμακα.”
Η Google ανακοίνωσε επίσης ότι σκοπεύει να δημοσιοποιήσει τα ανώνυμα δεδομένα, ώστε άλλοι επιστήμονες να συνεχίσουν ανεξάρτητες αναλύσεις και να εμβαθύνουν στην κατανόηση της σχέσης μεταξύ ψηφιακής συμπεριφοράς και ψυχικής υγείας.
Περιορισμοί και επόμενα βήματα
Οι ερευνητές επισημαίνουν ότι η μελέτη περιορίστηκε σε ενήλικες άνω των 18 ετών και σε χρονικό διάστημα μόλις τεσσάρων εβδομάδων. Παρ’ όλα αυτά, θεωρείται σημαντική μεθοδολογική πρόοδος για τον τομέα, προσφέροντας αξιόπιστα και μεγάλης κλίμακας δεδομένα που θα αποτελέσουν βάση για μελλοντικές έρευνες.
Όπως συνοψίζει ο Allen: “Τα smartphone αποτελούν μέρος της καθημερινότητάς μας — δεν είναι ούτε ‘καλά’ ούτε ‘κακά’. Το σημαντικό είναι να κατανοήσουμε πώς τα χρησιμοποιούμε και πώς μπορεί η τεχνολογία να σχεδιαστεί με τρόπους που ενισχύουν την ευημερία μας.”
Η μελέτη του Πανεπιστημίου του Όρεγκον και της Google αναδεικνύει ότι η επίδραση της χρήσης smartphone στην ψυχική υγεία των ενηλίκων είναι ελάχιστη. Αντί να δαιμονοποιείται η τεχνολογία, οι ειδικοί προτείνουν μια ισορροπημένη προσέγγιση, εστιάζοντας στο περιεχόμενο, τη συχνότητα και τον σκοπό της χρήσης, παρά στον απόλυτο χρόνο οθόνης.