Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για την ταχέως αυξανόμενη ανθεκτικότητα των βακτηρίων στα αντιβιοτικά.
Οι ειδικοί προβλέπουν ότι οι θάνατοι που σχετίζονται με το φαινόμενο θα αυξηθούν κατά 70% έως το 2050.
Η κατάσταση χαρακτηρίζεται «οριακή» και απειλεί να ακυρώσει δεκαετίες ιατρικής προόδου.
Σύμφωνα με την τελευταία έκθεση του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ), μία στις έξι βακτηριακές λοιμώξεις που επιβεβαιώθηκαν σε εργαστήρια το 2023 αποδείχθηκε ανθεκτική στη θεραπεία με αντιβιοτικά, ενώ πάνω από 40% των αντιβιοτικών έχασαν την αποτελεσματικότητά τους απέναντι σε συνήθεις λοιμώξεις του αίματος, του εντέρου, του ουροποιητικού και σεξουαλικώς μεταδιδόμενες λοιμώξεις μεταξύ 2018 και 2023.
Το πρόβλημα είναι εντονότερο στις χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος χώρες, όπου τα συστήματα υγείας είναι πιο αδύναμα, σύμφωνα με την Παγκόσμια Έκθεση Εποπτείας της Αντοχής στα Αντιβιοτικά του ΠΟΥ, η οποία βασίστηκε σε δεδομένα από 23 εκατομμύρια λοιμώξεις σε 104 χώρες.
«Τα ευρήματα είναι βαθιά ανησυχητικά», δήλωσε ο Δρ. Yvan Hutin, διευθυντής του Τμήματος Αντιμικροβιακής Αντοχής του ΠΟΥ. «Καθώς η αντοχή αυξάνεται, οι θεραπευτικές επιλογές μειώνονται και οι ζωές των ασθενών τίθενται σε κίνδυνο, ειδικά σε χώρες με αδύναμη πρόληψη λοιμώξεων και περιορισμένη πρόσβαση σε διαγνωστικά εργαλεία και αποτελεσματικά φάρμακα».
Η έκθεση σημειώνει ότι οι εκτιμήσεις αντοχής μπορεί να επηρεάζονται σε ορισμένες χώρες, καθώς τα δεδομένα προέρχονται κυρίως από εξειδικευμένα νοσοκομεία που διαχειρίζονται τα πιο σοβαρά περιστατικά. Ωστόσο, σύμφωνα με τα στοιχεία, το 2023 η αντοχή στα αντιβιοτικά έφτασε στο ένα στα τρία περιστατικά στη Νοτιοανατολική Ασία και την Ανατολική Μεσόγειο, και στο ένα στα πέντε στην Αφρική.
Η αντιμικροβιακή αντοχή (AMR) εμφανίζεται όταν οι παθογόνοι μικροοργανισμοί εξελίσσονται ώστε να αντέχουν τα φάρμακα που προορίζονται να τους εξουδετερώσουν. Το 2021, περίπου 7,7 εκατομμύρια άνθρωποι παγκοσμίως πέθαναν από βακτηριακές λοιμώξεις· η αντοχή στα αντιβιοτικά συνέβαλε σε 4,71 εκατομμύρια από αυτούς τους θανάτους, με 1,14 εκατομμύρια να αποδίδονται άμεσα στο φαινόμενο.
Η έκθεση υπογραμμίζει ιδιαίτερη ανησυχία για τα Gram-αρνητικά βακτήρια, όπως τα Escherichia coli και Klebsiella pneumoniae, τα οποία προκαλούν σοβαρές λοιμώξεις που μπορούν να οδηγήσουν σε σήψη, ανεπάρκεια οργάνων και θάνατο.
Ο Δρ. Hutin επεσήμανε ότι το 40% των στελεχών E. coli και πάνω από 55% των K. pneumoniae είναι ανθεκτικά στις κεφαλοσπορίνες τρίτης γενιάς, που αποτελούν πρώτη επιλογή θεραπείας για τέτοιες λοιμώξεις. Στην Αφρικανική περιφέρεια του ΠΟΥ, η αντοχή ξεπερνά το 70%.
Ανησυχητική είναι και η αύξηση της αντοχής σε αντιβιοτικά δεύτερης επιλογής, όπως τα καρβαπενέμες και οι φθοριοκινολόνες, μεταξύ σημαντικών Gram-αρνητικών βακτηρίων όπως τα Acinetobacter, K. pneumoniae και Salmonella. «Αυτά τα αντιβιοτικά είναι κρίσιμα για τις σοβαρές λοιμώξεις, και η μειούμενη αποτελεσματικότητά τους περιορίζει τις θεραπευτικές δυνατότητες», πρόσθεσε ο Hutin.
Ο Δρ. Manica Balasegaram, επικεφαλής του Global Antibiotic Research and Development Partnership, προειδοποίησε ότι η κατάσταση έχει φτάσει σε “σημείο καμπής”.
«Οι πιο δύσκολες στη θεραπεία λοιμώξεις πλέον υπερβαίνουν την ανάπτυξη νέων αντιβιοτικών, είτε επειδή τα κατάλληλα φάρμακα δεν φτάνουν στους ασθενείς, είτε επειδή δεν αναπτύσσονται καθόλου», εξήγησε. «Το αποτέλεσμα είναι ότι οι θάνατοι λόγω AMR αναμένεται να αυξηθούν κατά 70% έως το 2050.
Δεν αρκεί να αναπτύξουμε νέα φάρμακα· πρέπει να είναι τα σωστά, να στοχεύουν τις πιο επικίνδυνες λοιμώξεις. Χάνουμε τη μάχη απέναντι στην αντοχή, και η νέα έκθεση του ΠΟΥ δείχνει ότι οι συνέπειες αυτής της αδράνειας αρχίζουν πλέον να γίνονται οδυνηρά ορατές».