Η τεχνητή νοημοσύνη (AI) εισβάλλει ολοένα και περισσότερο στην καθημερινότητά μας και σταδιακά μετατρέπεται σε εργαλείο συμβουλευτικής υγείας. Ωστόσο, η ανεξέλεγκτη χρήση της μπορεί να οδηγήσει σε επικίνδυνα λάθη, επηρεάζοντας κρίσεις και αποφάσεις πολιτών αλλά και επαγγελματιών Υγείας.
Η νέα έρευνα της ομάδας του καθηγητή Πολιτικής της Υγείας στο LSE, Ηλία Μόσιαλου, αποκαλύπτει τις παγίδες που κρύβει η χρήση της AI χωρίς επιστημονική επίβλεψη. Όπως εξήγησε ο κ. Μόσιαλος, μιλώντας στο 24ο HealthWorld Conference στην Αθήνα, συγκρίθηκαν απαντήσεις διαφορετικών συστημάτων AI για συνηθισμένα ιατρικά περιστατικά, όπως υπέρταση ή διαβήτης, σε τέσσερις αγγλόφωνες χώρες.
«Λάβαμε σωστές αλλά και εξαιρετικά λανθασμένες απαντήσεις», σημείωσε ο καθηγητής, διευκρινίζοντας ότι σε αρκετές περιπτώσεις η ίδια η Τεχνητή Νοημοσύνη “κατασκεύαζε” ανύπαρκτες κατευθυντήριες οδηγίες ή απέδιδε ψευδώς θέσεις σε επιστημονικούς φορείς, όπως η Αμερικανική Διαβητολογική Εταιρεία.
Ο κ. Μόσιαλος τόνισε πως, παρότι η AI προοδεύει ραγδαία, απέχει ακόμη από την πλήρη αξιοπιστία και υπογράμμισε την ανάγκη να παραμένει επικουρικό εργαλείο για γιατρούς και ασθενείς.
«Πάντα πρέπει να συμβουλευόμαστε τον γιατρό μας», ανέφερε, επισημαίνοντας ότι στο μέλλον η AI θα συμβάλλει στην προετοιμασία των ασθενών και στη βελτίωση της διάγνωσης μέσω των ηλεκτρονικών φακέλων υγείας.
«Το μέλλον ανήκει στην Τεχνητή Νοημοσύνη, αλλά προς το παρόν χρειάζεται σύνεση και έλεγχος», κατέληξε ο καθηγητής.
Δεύτερη γνώμη από την AI – Τι δείχνει η έρευνα «Υγεία και Ευημερία»
Σύμφωνα με τα προκαταρκτικά ευρήματα της έρευνας “Υγεία και Ευημερία 2025”, που θα παρουσιαστεί στο Πανελλήνιο Συνέδριο για τα Οικονομικά και τις Πολιτικές της Υγείας, ένας στους τρεις Έλληνες (32%) χρησιμοποιεί κάποιο εργαλείο Τεχνητής Νοημοσύνης όπως ChatGPT, Copilot, DeepSeek ή Gemini.
Όπως εξήγησε ο επίκουρος καθηγητής Οικονομικών της Υγείας στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής, Κώστας Αθανασάκης, το ποσοστό αυτό αναμένεται να αυξηθεί σημαντικά, καθώς η διάδοση των ψηφιακών εργαλείων επιταχύνεται. Η χρήση είναι πιο συχνή στις ηλικίες 18-34 ετών (48%) και 35-44 ετών (44%), ενώ στους άνω των 65 φτάνει μόλις το 14%.
Περισσότεροι από τους μισούς χρήστες (51%) αξιοποίησαν την AI για θέματα υγείας. Συγκεκριμένα:
-
Το 61% αναζήτησε πληροφορίες για συμπτώματα.
-
Το 53% ζήτησε συμβουλές για διατροφή ή άσκηση.
-
Το 33% έλαβε ιατρικές οδηγίες.
-
Και ένα 30% επιβεβαίωσε ή επαλήθευσε τις συμβουλές του γιατρού του.
Αυτό σημαίνει ότι ένας στους τρεις χρήστες ζητά “δεύτερη γνώμη” από εργαλείο AI αντί για άλλον γιατρό — μια νέα πρόκληση για το σύστημα Υγείας.
Όταν η τεχνητή νοημοσύνη “διαφωνεί” με τον γιατρό
Από όσους χρησιμοποίησαν την AI για επαλήθευση ιατρικών συμβουλών, το 26% εντόπισε αντικρουόμενες απαντήσεις σε σχέση με τον γιατρό τους.
Το θετικό στοιχείο είναι ότι το 96% όσων διαπίστωσαν διαφορές δεν εμπιστεύτηκε την AI και επανήλθε στον γιατρό για δεύτερη γνώμη.
Ωστόσο, όπως υπογράμμισε ο κ. Αθανασάκης, το γεγονός ότι οι πολίτες εξετάζουν σοβαρά την άποψη ενός ψηφιακού εργαλείου δείχνει πόσο ισχυρή έχει γίνει η επιρροή της Τεχνητής Νοημοσύνης στην κρίση τους.
«Υπάρχει η πεποίθηση ότι η AI είναι πιο αντικειμενική από τον άνθρωπο-γιατρό», εξήγησε, προσθέτοντας ότι αυτό είναι μια λανθασμένη αντίληψη.
Ρυθμιστικά και ηθικά ζητήματα
Σύμφωνα με τον κ. Αθανασάκη, τα εργαλεία AI που εκπαιδεύονται σε δεδομένα του γενικού πληθυσμού ενδέχεται να αποτύχουν σε ειδικές ομάδες ασθενών, οδηγώντας σε μεροληψία και λανθασμένες οδηγίες.
«Τα συστήματα αυτά δεν διαθέτουν ανθρώπινη λογική, λειτουργούν με σειριακή σκέψη και απαντούν βάσει των δεδομένων που τους δίνουμε», τόνισε.
Αυτό εγείρει σοβαρά ζητήματα ρύθμισης, αξιοπιστίας και ισότητας, καθώς η AI μπορεί να ενισχύσει ή να υπονομεύσει την εμπιστοσύνη των πολιτών προς το σύστημα Υγείας.
«Η Τεχνητή Νοημοσύνη πρέπει να υπηρετεί τον άνθρωπο – όχι να τον αντικαθιστά», κατέληξε.