Νέα μελέτη από το Πανεπιστήμιο της Πενσυλβάνια (Penn State) υποδεικνύει πως ακόμα κι οι πολύ πρώιμες καθημερινές συνήθειες σε ένα μωρό — κατά τους πρώτους δύο μήνες ζωής — μπορεί να επηρεάζουν σημαντικά την πιθανότητα αυξημένου βάρους και παχυσαρκίας λίγους μήνες αργότερα.

Η σημασία της πρώιμης παρακολούθησης
Στις Ηνωμένες Πολιτείες, περίπου 14,7 εκατομμύρια παιδιά ηλικίας 2 έως 19 ετών ζουν με παχυσαρκία, ένας παράγοντας που σχετίζεται με σοβαρούς μακροχρόνιους κινδύνους υγείας όπως διαβήτης τύπου 2 και καρδιαγγειακές παθήσεις. Η μελέτη από την Penn State τονίζει πόσο κρίσιμο είναι να εντοπίζονται νωρίς παράγοντες κινδύνου, ώστε οι παιδίατροι να παρέχουν έγκαιρη και στοχευμένη υποστήριξη στους γονείς.
Η ερευνητική ομάδα αξιοποίησε ένα εργαλείο ονομαζόμενο Early Healthy Lifestyles (EHL). Πρόκειται για έναν ερωτηματολόγιο 15 ερωτήσεων, με αντικείμενα όπως η διατροφή του βρέφους, η διάρκεια και ποιότητα του ύπνου, ο χρόνος παιδικού παιχνιδιού και η προσέγγιση των γονιών στο τάισμα.
Ποιες ρουτίνες συσχετίστηκαν με αυξημένο βάρος
Αναλύοντας δεδομένα από 143 μητέρες και τα βρέφη τους — οι οποίοι συμμετείχαν στο πρόγραμμα WIC (Women, Infants, and Children) στην περιοχή της βορειοανατολικής Πενσυλβάνια — οι ερευνητές εντόπισαν εννέα συμπεριφορές που κατά τους δύο πρώτους μήνες ζωής σχετίζονταν με υψηλότερο Δείκτη Μάζας Σώματος (ΔΜΣ) και υψηλότερο βάρος σε σχέση με το ύψος (“weight-for-length z score”) όταν τα βρέφη έγιναν έξι μηνών. Ορισμένες από αυτές τις συμπεριφορές είναι ίσως αναμενόμενες, αλλά οι επιπτώσεις τους είναι σημαντικές:
-
Χρήση μπιμπερό με μέγεθος μη κατάλληλο για την ηλικία του βρέφους • ταΐσματα τη νύχτα • η αντίληψη της μητέρας ότι το μωρό «είναι πάντα πεινασμένο».
-
Σχετικά με τον ύπνο: τοποθέτηση του μωρού στο κρεβάτι μετά τις 20:00 • ξυπνήματα τουλάχιστον δύο φορές τη νύχτα • τηλεόραση στο δωμάτιο κατά την ώρα του ύπνου • βάζουν το μωρό για ύπνο όταν είναι ήδη κοιμισμένο (και όχι απλώς νυσταγμένο).
- Παθητική ή περιορισμένη δραστηριότητα (π.χ. ελάχιστο tummy time) και γονείς που χρησιμοποιούν κινητό τηλέφωνο ή τηλεόραση ενώ παίζουν με το παιδί.
Τα αποτελέσματα ήταν ξεκάθαρα: για κάθε «λιγότερο υγιεινή» συμπεριφορά που ανέφερε η μητέρα στους δύο μήνες, υπήρχε σημαντική αύξηση του ΔΜΣ και του δείκτη βάρους ανάλογα με το μήκος, όταν τα παιδιά έγιναν έξι μηνών.
Η σημασία της “συναισθηματικά ανταποκρινόμενης” γονεϊκότητας
Οι ερευνητές τονίζουν ότι πολλές από αυτές τις συμπεριφορές προκύπτουν από καλές προθέσεις. Για παράδειγμα, ένας γονιός μπορεί να ταΐζει το μωρό για να το ηρεμήσει, ακόμη και όταν δεν δείχνει σημάδια πείνας — μια συνήθης στρατηγική που, όμως, μπορεί να περιορίζει την ανάπτυξη της αυτορρύθμισης στο παιδί.
Αντίθετα, η “ανταποκρινόμενη πατρότητα/μητρότητα” (responsive parenting) — δηλαδή όταν οι γονείς παρατηρούν τα σήματα του μωρού και ανταποκρίνονται κατάλληλα, με ζεστασιά και συνέπεια — ενισχύει την ανάπτυξη της ικανότητας αυτορύθμισης. Αυτό σημαίνει ότι, όσο πιο σταθερές και προβλέψιμες είναι οι καθημερινές ρουτίνες, τόσο καλύτερα μπορεί το βρέφος να «μάθει» να διαχειρίζεται τις ανάγκες του.
Τι σημαίνει πρακτικά για τους γονείς και τους επαγγελματίες υγείας
Οι συγγραφείς της μελέτης εκτιμούν πως το EHL εργαλείο μπορεί να γίνει πολύτιμο βοήθημα στα ιατρεία παιδιατρικής: με λίγες μόνο ερωτήσεις, οι παιδίατροι και οι διατροφολόγοι μπορούν να εντοπίσουν συμπεριφορές που αυξάνουν τον κίνδυνο γρήγορης αύξησης βάρους και να παρέχουν πιο στοχευμένες συμβουλές.
Η έγκαιρη παρέμβαση, ήδη από τους πρώτους μήνες της ζωής, μπορεί να βοηθήσει οικογένειες — ειδικά σε περιβάλλοντα με περιορισμένους πόρους — να δημιουργήσουν υγιεινές ρουτίνες και να υποστηρίξουν την ανάπτυξη του παιδιού τους με τρόπο που προάγει την αυτορρύθμιση.
Προκλήσεις και επόμενα βήματα
Η μελέτη αναγνώρισε επίσης πως πολλές από τις λιγότερο υγιεινές ρουτίνες σχετίζονται με κοινωνικοοικονομικούς παράγοντες. Οι οικογένειες με χαμηλότερα εισοδήματα μπορεί να αντιμετωπίζουν μεγαλύτερες δυσκολίες στην πρόσβαση σε διατροφική υποστήριξη ή σε καθαρούς, ασφαλείς χώρους παιχνιδιού.
Στο μέλλον, η ερευνητική ομάδα σκοπεύει να εξετάσει αυτές τις συμπεριφορές σε ακόμα μεγαλύτερο και ποικίλο δείγμα οικογενειών. Επίσης, θα διερευνήσουν πώς διαφορετικές συμπεριφορές “συσσωρεύονται” και αλληλεπιδρούν μεταξύ τους, επηρεάζοντας την πορεία ανάπτυξης των παιδιών στο πέρασμα του χρόνου.

Αυτή η έρευνα φέρνει στο φως κάτι κρίσιμο: οι αποφάσεις και οι ρουτίνες των πρώτων εβδομάδων ζωής δεν είναι αθώες. Μικρές, καθημερινές πρακτικές — από το πώς ταΐζουμε το μωρό, πότε το βάζουμε για ύπνο, έως τον τρόπο που παίζουμε μαζί του — μπορούν να έχουν σημαντική επίδραση στην ανάπτυξη και την υγεία του μακροπρόθεσμα.
Με την κατάλληλη υποστήριξη και ενημέρωση, οι γονείς μπορούν να διαμορφώσουν συνήθειες που ενθαρρύνουν την αυτορρύθμιση και μειώνουν τους παράγοντες κινδύνου για παχυσαρκία. Η παιδιατρική φροντίδα έχει έτσι μια πολύτιμη ευκαιρία — όχι μόνο να θεραπεύσει, αλλά να προλάβει.

