Στη σύγχρονη εποχή, ο μέσος όρος ζωής έχει αυξηθεί, ωστόσο μόνο ένα μικρό ποσοστό ανθρώπων θα φτάσει τα 100 χρόνια. Η μακροζωία παραμένει γρίφος και το γιατί κάποιοι καταφέρνουν να γίνουν υπεραιωνόβιοι παραμένει μυστήριο για την επιστήμη. Πρόσφατη όμως έρευνα από την επιστημονική ομάδα μου αποκαλύπτει έναν σημαντικό παράγοντα που ίσως εξηγεί το φαινόμενο: την εξαιρετική ικανότητα αποφυγής ασθενειών.
Οι υπεραιωνόβιοι αποτελούν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τους ερευνητές, καθώς μπορεί να κρατούν το «κλειδί» όχι μόνο για το πώς να ζούμε περισσότερο, αλλά και για το πώς να διατηρούμε καλή υγεία σε προχωρημένη ηλικία. Ένα διαχρονικό ερώτημα είναι αν η ανθεκτικότητά τους οφείλεται στο ότι καθυστερούν την εμφάνιση σοβαρών ασθενειών, στο ότι επιβιώνουν καλύτερα όταν αυτές εμφανιστούν, ή στο ότι τις αποφεύγουν τελείως.
Δύο μελέτες, ένα συμπέρασμα
Για να απαντήσουμε, πραγματοποιήσαμε δύο μεγάλες μελέτες συγκρίνοντας ανθρώπους που έφτασαν ή ξεπέρασαν τα 100 με συνομηλίκους τους που έζησαν λιγότερο. Η πρώτη μελέτη περιλάμβανε 170.787 άτομα που γεννήθηκαν στην κομητεία της Στοκχόλμης μεταξύ 1912-1922. Παρακολουθήσαμε την υγεία τους για 40 χρόνια, από την ηλικία των 60 έως τον θάνατο ή έως τα 100. Εξετάσαμε τον κίνδυνο εγκεφαλικού, εμφράγματος, κατάγματος ισχίου και διάφορων μορφών καρκίνου.
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι υπεραιωνόβιοι είχαν χαμηλότερα ποσοστά ασθενειών ήδη από τη μέση-ώριμη ηλικία και η τάση αυτή συνεχιζόταν σε όλη τη ζωή τους. Για παράδειγμα, στα 85 τους μόλις το 4% είχε υποστεί εγκεφαλικό, έναντι 10% όσων έζησαν μέχρι τα 90-99. Στα 100, το 12,5% είχε πάθει έμφραγμα, έναντι πάνω από 24% σε άτομα που πέθαναν μεταξύ 80 και 89 ετών.
Η δεύτερη μελέτη περιέλαβε 274.108 άτομα που γεννήθηκαν μεταξύ 1920-1922 στη Σουηδία και παρακολουθήθηκαν από τα 70 τους έως τον θάνατο ή την ηλικία των 100. Συμπεριλάβαμε 40 διαφορετικές ιατρικές καταστάσεις, από ήπιες έως σοβαρές, όπως υπέρταση, καρδιακή ανεπάρκεια, διαβήτη και εμφράγματα. Μόλις 4.330 συμμετέχοντες (1,5%) έφτασαν τα 100. Ακόμη και με αυτό το ευρύτερο φάσμα ασθενειών, το συμπέρασμα ήταν το ίδιο: οι υπεραιωνόβιοι εμφάνιζαν λιγότερες ασθένειες και η συσσώρευσή τους γινόταν πολύ πιο αργά.
Μακροζωία και υγεία σε βάθος χρόνου
Ένα εντυπωσιακό εύρημα ήταν ότι οι υπεραιωνόβιοι είχαν συχνά παθήσεις που περιορίζονταν σε ένα μόνο σύστημα οργάνων, κάτι που διευκολύνει τη διαχείριση και θεραπεία τους. Οι καρδιαγγειακές παθήσεις, αν και συχνές σε όλες τις ηλικιακές ομάδες, ήταν σημαντικά λιγότερες στους υπεραιωνόβιους. Στα 80 τους, μόνο το 8% είχε διαγνωστεί με καρδιαγγειακή νόσο, έναντι άνω του 15% των ανθρώπων που πέθαναν στα 85.
Παράλληλα, εμφάνιζαν μεγαλύτερη ανθεκτικότητα σε νευροψυχιατρικές παθήσεις, όπως η κατάθλιψη και η άνοια. Αν και οι περισσότεροι τελικά παρουσίασαν πολλαπλές παθήσεις, αυτό συνέβαινε πολύ αργότερα — γύρω στα 89 έτη. Αντίθετα, οι μη υπεραιωνόβιοι παρουσίαζαν απότομη αύξηση ασθενειών στα τελευταία χρόνια της ζωής τους, ενώ οι υπεραιωνόβιοι διατηρούσαν πιο σταθερή υγεία ακόμη και στη δεκαετία των 90.
Το μάθημα της μακροζωίας
Το ότι οι υπεραιωνόβιοι καθυστερούν ή ακόμη και αποφεύγουν σοβαρές ασθένειες, παρότι ζουν περισσότερο, δείχνει ότι είναι εφικτό να «γεράσουμε αργά». Αυτό αμφισβητεί την κοινή πεποίθηση ότι περισσότερα χρόνια ζωής σημαίνουν απαραίτητα περισσότερη ασθένεια.
Η μακροζωία τους φαίνεται να συνδέεται με έναν ιδιαίτερο τρόπο γήρανσης, αν και παραμένει άγνωστο αν οφείλεται κυρίως στη γενετική, τον τρόπο ζωής, το περιβάλλον ή σε συνδυασμό αυτών. Το επόμενο βήμα είναι να εντοπίσουμε ποιοι παράγοντες προβλέπουν την επίτευξη των 100 ετών και πώς δρουν στη διάρκεια της ζωής. Η κατανόηση των μηχανισμών πίσω από την υγιή γήρανση μπορεί να ανοίξει τον δρόμο για μεγαλύτερη και ποιοτικότερη ζωή για όλους.