Μια νέα μελέτη από την Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου της Ουάσινγκτον (WashU Medicine) φέρνει στο φως έναν από τους πιο καθοριστικούς παράγοντες που επηρεάζουν την ψυχική υγεία των εφήβων: τις κοινωνικές συγκρούσεις. Ειδικότερα, οι ερευνητές ανακάλυψαν ότι οι συγκρούσεις μέσα στην οικογένεια και οι εντάσεις με συνομηλίκους —όπως ο εκφοβισμός ή η κοινωνική απομόνωση— αποτελούν τους ισχυρότερους προγνωστικούς δείκτες για ψυχικά προβλήματα, τόσο βραχυπρόθεσμα όσο και μακροπρόθεσμα.
Σύμφωνα με τα δεδομένα, το φύλο παίζει επίσης σημαντικό ρόλο: τα κορίτσια βιώνουν συχνότερα και εντονότερα προβλήματα ψυχικής υγείας σε σχέση με τα αγόρια, με τα συμπτώματα να επιδεινώνονται με την πάροδο του χρόνου.
Η ψυχική υγεία των εφήβων σε κρίση
Περίπου το 20% των Αμερικανών εφήβων παρουσιάζει κάθε χρόνο κάποια διαταραχή ψυχικής υγείας — ποσοστό που αυξάνεται σταθερά τα τελευταία χρόνια. Αν και οι γενετικοί και περιβαλλοντικοί παράγοντες συμβάλλουν, η πολυπλοκότητα και η αλληλεπίδρασή τους καθιστούν δύσκολο τον εντοπισμό όσων διατρέχουν τον μεγαλύτερο κίνδυνο.
Η νέα έρευνα, που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Nature Mental Health στις 15 Σεπτεμβρίου, αξιοποίησε τεράστιες βάσεις δεδομένων από την εθνική μελέτη Adolescent Brain Cognitive Development (ABCD), η οποία παρακολουθεί πάνω από 11.000 παιδιά και εφήβους ηλικίας 9–16 ετών σε όλη τις ΗΠΑ. Τα δεδομένα περιλαμβάνουν νευροαπεικονιστικές εξετάσεις, ψυχολογικά τεστ και ιστορικά ψυχικής υγείας.
Τεχνητή νοημοσύνη και ψυχική υγεία
Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν μοντέλα μηχανικής μάθησης για να αναλύσουν 963 πιθανούς προγνωστικούς παράγοντες, που κάλυπταν εννέα κατηγορίες: οικογενειακές σχέσεις, κοινωνικό περιβάλλον, δημογραφικά στοιχεία, καθώς και εγκεφαλική δομή και λειτουργία.
Όπως εξήγησε ο συν-επικεφαλής της μελέτης, καθηγητής Αριστείδης Σωτηράς, η υπολογιστική προσέγγιση επιτρέπει τον εντοπισμό πολύπλοκων προτύπων που προβλέπουν την εξέλιξη της ψυχικής υγείας. «Η μηχανική μάθηση μάς βοηθά να ξεπεράσουμε τις απλοϊκές ερμηνείες και να αποκτήσουμε μια πιο ολιστική, δεδομενοκεντρική κατανόηση του κινδύνου», τόνισε.
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι συγκρούσεις στην οικογένεια, ειδικά οι συχνοί καβγάδες και η συνεχής κριτική, καθώς και οι κοινωνικές εντάσεις —όπως η φήμη και η απόρριψη από συνομηλίκους— ήταν οι πιο ισχυροί παράγοντες πρόβλεψης για προβλήματα όπως κατάθλιψη, άγχος και αντικοινωνική συμπεριφορά.
Αντιθέτως, τα δεδομένα από εγκεφαλικές απεικονίσεις είχαν πολύ χαμηλή προγνωστική αξία, γεγονός που επιβεβαιώνει ότι το κοινωνικό περιβάλλον επηρεάζει βαθύτερα την ψυχική κατάσταση των εφήβων απ’ ό,τι οι νευροβιολογικοί δείκτες μόνοι τους.
Το φύλο ως καθοριστικός παράγοντας
Η μελέτη ανέδειξε σημαντικές διαφορές μεταξύ κοριτσιών και αγοριών. Τα κορίτσια ανέφεραν περισσότερα και πιο έντονα συμπτώματα ψυχικής επιβάρυνσης, με τάση επιδείνωσης με τα χρόνια.
Επιπλέον, η φύση του κοινωνικού στρες φάνηκε να διαφέρει:
-
Τα κορίτσια επηρεάζονταν περισσότερο από τον κοινωνικό αποκλεισμό και τα κουτσομπολιά,
-
ενώ τα αγόρια έδειχναν μεγαλύτερη ευαισθησία σε άμεσες πράξεις επιθετικότητας ή εχθρικότητας.
Αυτές οι διαφορές, σύμφωνα με τους ερευνητές, δείχνουν την ανάγκη για πιο εξατομικευμένες προσεγγίσεις στην πρόληψη και αντιμετώπιση ψυχικών διαταραχών στην εφηβεία.
Όταν το περιβάλλον αλλάζει τον εγκέφαλο
Αν και οι εγκεφαλικές απεικονίσεις δεν ήταν ο ισχυρότερος δείκτης, μια παράλληλη ανάλυση της ίδιας ερευνητικής ομάδας αποκάλυψε ότι οι παρατεταμένες ψυχωσικού τύπου εμπειρίες (PLEs) σε παιδιά 9–13 ετών σχετίζονται με αλλαγές στη δομή του εγκεφάλου και μειώσεις στις γνωστικές επιδόσεις.
Τα παιδιά που ζούσαν υπό περιβαλλοντικό στρες —όπως οικονομικές δυσκολίες ή επικίνδυνες γειτονιές— εμφάνιζαν πιο έντονες εγκεφαλικές μεταβολές, κάτι που ενδέχεται να αυξάνει την ευαλωτότητά τους σε μεταγενέστερες ψυχικές διαταραχές. Αυτά τα ευρήματα υποδεικνύουν ότι το κοινωνικό και περιβαλλοντικό πλαίσιο μπορεί κυριολεκτικά να διαμορφώσει τη βιολογία του αναπτυσσόμενου εγκεφάλου.
Έγκαιρη παρέμβαση και πρόληψη
Όπως τόνισε η επικεφαλής ερευνήτρια Nicole Karcher, Ph.D., η κατανόηση του ποιοι έφηβοι κινδυνεύουν περισσότερο πριν εκδηλωθεί σημαντική ψυχική επιδείνωση είναι κρίσιμη για την πρόληψη. «Αν εντοπίσουμε έγκαιρα τους νέους που βιώνουν συγκρούσεις και κοινωνική πίεση, μπορούμε να εφαρμόσουμε προληπτικές παρεμβάσεις χωρίς στιγματισμό, δίνοντάς τους εργαλεία να διαχειριστούν τους παράγοντες κινδύνου», δήλωσε.
Οι ειδικοί επισημαίνουν ότι οι οικογένειες και τα σχολεία αποτελούν το κλειδί: τα περισσότερα κοινωνικά ερεθίσματα των εφήβων προέρχονται από εκεί. Συνεπώς, οι γονείς και οι εκπαιδευτικοί έχουν σημαντική επιρροή στη διαμόρφωση ενός θετικού περιβάλλοντος που προστατεύει την ψυχική υγεία. Όπως σημείωσε ο ερευνητής Robert Jirsaraie, «οι σχέσεις των εφήβων μπορούν να λειτουργήσουν είτε ως πηγή κινδύνου είτε ως ασπίδα προστασίας». Η έγκαιρη αναγνώριση και επίλυση κοινωνικών συγκρούσεων μπορεί να έχει θετικό και μακροχρόνιο αντίκτυπο στην ευημερία τους.
Η μελέτη της WashU Medicine προσφέρει ένα ξεκάθαρο μήνυμα: Οι κοινωνικές συγκρούσεις και το περιβάλλον αποτελούν κρίσιμους παράγοντες της ψυχικής υγείας των εφήβων. Καθώς η εφηβεία είναι περίοδος ραγδαίων εγκεφαλικών και συναισθηματικών αλλαγών, η υποστήριξη των νέων μέσα σε σταθερά, ασφαλή και θετικά κοινωνικά πλαίσια μπορεί να μειώσει δραστικά τον κίνδυνο εμφάνισης ψυχικών διαταραχών στην ενήλικη ζωή. Σε έναν κόσμο όπου τα κοινωνικά δίκτυα, οι πιέσεις επιτυχίας και η οικογενειακή ένταση εντείνονται, η ενσυναίσθηση, η επικοινωνία και η έγκαιρη παρέμβαση αποτελούν την καλύτερη πρόληψη για τη νέα γενιά.