Ο επιθετικός καρκίνος του πνεύμονα αποτελεί μια από τις πιο θανατηφόρες μορφές καρκίνου παγκοσμίως, με χαμηλά ποσοστά επιβίωσης, ειδικά σε προχωρημένα στάδια. Οι παραδοσιακές θεραπείες συχνά περιορίζονται στην αντιμετώπιση των συμπτωμάτων και στην επιβράδυνση της εξέλιξης της νόσου. Ωστόσο, η ανοσοθεραπεία, που περιλαμβάνει την ενεργοποίηση του ανοσοποιητικού συστήματος ώστε να καταπολεμήσει τον καρκίνο, έχει αποδειχθεί ότι βελτιώνει σημαντικά τα ποσοστά επιβίωσης.
Ο τρόπος λειτουργίας της ανοσοθεραπείας βασίζεται στην χρήση ειδικών φαρμάκων, όπως οι αναστολείς των σημείων ελέγχου (checkpoint inhibitors), που εμποδίζουν τα καρκινικά κύτταρα από το να καταστρέψουν τα ανοσοκύτταρα του οργανισμού. Έτσι, το ανοσοποιητικό σύστημα ενεργοποιείται και μπορεί να αναγνωρίσει και να καταστρέψει τα καρκινικά κύτταρα πιο αποτελεσματικά. Τα τελευταία χρόνια, η ανοσοθεραπεία έχει γίνει μέρος της βασικής θεραπευτικής αγωγής για τον μη μικροκυτταρικό καρκίνο του πνεύμονα, με πολλαπλά κλινικά δεδομένα να στηρίζουν την αποτελεσματικότητά της.
Τα οφέλη αυτής της θεραπείας δεν περιορίζονται μόνο στη μείωση του κινδύνου θανάτου. Συμβάλλει επίσης στη βελτίωση της ποιότητας ζωής των ασθενών, λόγω των λιγότερων παρενεργειών σε σύγκριση με την παραδοσιακή χημειοθεραπεία. Επιπλέον, η ανοσοθεραπεία μπορεί να προσφέρει μεγαλύτερη διάρκεια επιβίωσης, ιδιαίτερα σε ασθενείς που έχουν θετικό δείκτη PD-L1, μια πρωτεΐνη που προάγει την απόκριση στην ανοσοθεραπεία. Παρά τα θετικά στοιχεία, πρέπει να σημειωθεί πως η ανοσοθεραπεία δεν είναι κατάλληλη για όλους τους ασθενείς και η αποτελεσματικότητά της εξαρτάται από διάφορους παράγοντες. Συνεπώς, η επιλογή της θεραπείας απαιτεί εξατομικευμένη προσέγγιση και στενή συνεργασία μεταξύ ιατρών και ασθενών.