Τα τελευταία χρόνια, ο Καναδάς αντιμετωπίζει σοβαρές πιέσεις στο σύστημα υγείας του, με τις αναμονές στα τμήματα επειγόντων περιστατικών να αυξάνονται συνεχώς. Το αποτέλεσμα είναι μια επικίνδυνη και αυξανόμενη τάση: εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες αποχωρούν από τα επείγοντα πριν εξεταστούν από γιατρό. Το φαινόμενο αυτό εγείρει σοβαρά ερωτήματα για την αποτελεσματικότητα των υπηρεσιών υγείας και την ασφάλεια των ασθενών.

Η εμπειρία μιας ασθενούς που κατέληξε στο χειρουργείο
Η ιστορία της 51χρονης Σούζαν Γκόρντον από το Νιου Μπρούνσγουικ είναι ενδεικτική της κρίσης. Η Γκόρντον μεταφέρθηκε με ασθενοφόρο στο νοσοκομείο λόγω έντονου κοιλιακού πόνου και συνεχών εμετών. Παρ’ όλα αυτά, μετά από περισσότερες από τρεις ώρες αναμονής σε μια εξαιρετικά φορτωμένη αίθουσα επειγόντων, αποφάσισε να αποχωρήσει χωρίς να εξεταστεί.
Αρχικά προσπάθησε να διαχειριστεί τον πόνο μόνη της, όμως η κατάστασή της επιδεινώθηκε για μήνες. Τελικά κατέρρευσε και κατέληξε ξανά στο νοσοκομείο, όπου διαγνώστηκε με οξεία σκωληκοειδίτιδα και μεταφέρθηκε άμεσα στο χειρουργείο. Η ίδια δηλώνει ότι η απόφασή της να φύγει από το νοσοκομείο την έθεσε σε σοβαρό κίνδυνο — αλλά και ότι το σύστημα την άφησε ανεπαρκώς προστατευμένη.
Μισό εκατομμύριο άνθρωποι έφυγαν πριν εξεταστούν
Τα στοιχεία δείχνουν ότι το πρόβλημα είναι εκτεταμένο. Υπολογίζεται ότι μόνο το 2024 περίπου 500.000 άνθρωποι στον Καναδά αποχώρησαν από τα τμήματα επειγόντων χωρίς να εξεταστούν από γιατρό. Αν συνυπολογιστεί το ότι ορισμένες επαρχίες καταγράφουν τα δεδομένα σε διαφορετικές περιόδους και περιλαμβάνουν τμήμα του 2025, ο πραγματικός αριθμός πιθανότατα είναι ακόμη μεγαλύτερος.
Οι αρμόδιοι φορείς αποδίδουν τις μεγάλες καθυστερήσεις στην έλλειψη διαθέσιμων κλινών στα νοσοκομεία, γεγονός που προκαλεί συμφόρηση στις αίθουσες επειγόντων. Όταν οι ασθενείς που χρειάζονται εισαγωγή δεν βρίσκουν άμεσα κρεβάτι, παραμένουν στα επείγοντα, επιβαρύνοντας τον χώρο και παρατείνοντας τις αναμονές για όλους.
Οι επιπτώσεις για τους ασθενείς και το σύστημα υγείας
Η αυξανόμενη αποχώρηση ασθενών από τα επείγοντα έχει σοβαρές συνέπειες:
-
Αναβολή θεραπείας σοβαρών παθήσεων
Καταστάσεις που απαιτούν άμεση παρέμβαση μπορεί να οδηγήσουν σε επιπλοκές ή ακόμη και σε απειλή για τη ζωή. -
Αυξημένη πίεση στη συνέχεια
Ασθενείς που δεν λαμβάνουν εγκαίρως φροντίδα συχνά επιστρέφουν με επιδεινωμένα συμπτώματα, δημιουργώντας ακόμη μεγαλύτερη επιβάρυνση. -
Κλονισμός εμπιστοσύνης στο δημόσιο σύστημα υγείας
Όταν οι πολίτες νιώθουν ότι δεν μπορούν να βασιστούν στις υπηρεσίες, ενισχύεται η απογοήτευση και η αίσθηση εγκατάλειψης.
Προβλήματα και σε άλλους τομείς εξυπηρέτησης: Παράδειγμα η Rogers
Η πίεση στα συστήματα υποστήριξης δεν εντοπίζεται μόνο στην υγεία. Καταναλωτές στον Καναδά έχουν εκφράσει παράπονα και για υπηρεσίες τηλεπικοινωνιών, με χαρακτηριστική την περίπτωση της εταιρείας Rogers. Πελάτες που προσπάθησαν να ακυρώσουν υπηρεσίες βρέθηκαν αντιμέτωποι με πολύωρες αναμονές, επαναλαμβανόμενες διακοπές κλήσεων και δυσλειτουργίες στις ηλεκτρονικές διαδικασίες.
Το πρόβλημα αυτό συνδέεται, σύμφωνα με ειδικούς, με την περιορισμένη ανταγωνιστικότητα στην αγορά τηλεπικοινωνιών. Με τρεις μεγάλους παρόχους να κυριαρχούν στον κλάδο, πολλοί καταναλωτές αισθάνονται ότι δεν έχουν πραγματικές εναλλακτικές ούτε υψηλό επίπεδο εξυπηρέτησης.
Σκάνδαλα στον ασφαλιστικό κλάδο και γκρίζες αγορές
Την ίδια περίοδο, το θέμα της παράνομης εξαγωγής πολυτελών αυτοκινήτων από τον Καναδά προς την Κίνα απέκτησε νέα δυναμική. Αρκετοί ασφαλιστικοί πράκτορες βρέθηκαν αντιμέτωποι με πρόστιμα και αναστολές αδειών, καθώς φέρονται να συμμετείχαν σε διαδικασίες που επέτρεψαν την κυκλοφορία εκατοντάδων οχημάτων προς το εξωτερικό μέσω «γκρίζων» καναλιών.
Οι πράκτορες αυτοί υπέβαλαν ασφαλιστήρια συμβόλαια για λογαριασμό τρίτων —ενώ γνώριζαν ότι τα οχήματα θα αποστέλλονταν εκτός χώρας— και έλαβαν προμήθειες από πολιτικές που τελικά ακυρώθηκαν, αποκαλύπτοντας κενά στο σύστημα πληρωμών.

Ένα ευρύτερο ζήτημα συστημικών πιέσεων
Τα παραπάνω περιστατικά δείχνουν ότι πολλοί τομείς στον Καναδά, από την υγεία μέχρι τις βασικές υπηρεσίες και την ασφάλιση, αντιμετωπίζουν δυσλειτουργίες. Κοινός παρονομαστής φαίνεται να είναι η υπερφόρτωση συστημάτων, η έλλειψη προσωπικού και τα κενά εποπτείας. Αν και οι αρμόδιες αρχές δηλώνουν ότι εργάζονται για λύσεις, η αυξανόμενη δυσαρέσκεια των πολιτών αναδεικνύει την ανάγκη για ουσιαστικές και άμεσες μεταρρυθμίσεις, ιδίως σε υπηρεσίες που σχετίζονται με την ασφάλεια και την καθημερινότητα των πολιτών.

