Μια νέα ανάλυση που βασίζεται σε δεδομένα από μια διαχρονική μελέτη που ακολούθησε παιδιά ηλικίας από 5 έως 17 ετών αποκάλυψε μια ενδιαφέρουσα σύνδεση για την καλοσύνη: τα παιδιά που επιδείκνυαν καλές, στοργικές και βοηθητικές συμπεριφορές ήταν πιο πιθανό να διατηρήσουν υγιεινές διατροφικές συνήθειες στην εφηβεία τους. Τα ευρήματα αυτής της μελέτης, που δημοσιεύτηκαν στο American Journal of Preventive Medicine, υποστηρίζουν ότι η καλλιέργεια προσοσιακότητας καθ’ όλη τη διάρκεια της παιδικής ηλικίας μπορεί να αποτελέσει μια νέα στρατηγική παρέμβασης για την προώθηση της υγιεινής διατροφής.
Η μελέτη ανέλυσε δεδομένα από το Millennium Cohort Study, μια εθνικά αντιπροσωπευτική έρευνα που παρακολουθεί παιδιά που γεννήθηκαν στο Ηνωμένο Βασίλειο για πάνω από 20 χρόνια, ξεκινώντας από τη γέννησή τους. Οι γονείς κλήθηκαν να δηλώσουν εάν τα παιδιά τους συμμετείχαν σε βοηθητικές συμπεριφορές που αντανακλούν την καλοσύνη, τη φροντίδα και τη συνεργασία στις ηλικίες 5, 7 και 11 ετών. Οι ερευνητές στη συνέχεια εξέτασαν αν το πόσο πολύ τα παιδιά εκδήλωναν αυτές τις συμπεριφορές σχετιζόταν με την κατανάλωση φρούτων και λαχανικών που τα ίδια ανέφεραν στην εφηβεία, στις ηλικίες 14 και 17 ετών.
Αλλάζοντας το αφήγημα
«Πολύ συχνά εστιάζουμε σε ό,τι δεν πάει καλά στη ζωή των νέων, αλλά ό,τι ακούμε από αυτούς ξανά και ξανά είναι πως έχουν κουραστεί από αυτό το αρνητικό αφήγημα. Θέλουν εμείς, οι ενήλικες, να δίνουμε περισσότερη προσοχή σε όσα πάνε καλά, συμπεριλαμβανομένων αυτών που προσφέρουν στις οικογένειες και τις κοινότητές τους», λέει η επικεφαλής ερευνήτρια, Δρ Φαράχ Κουρέσι, από το Johns Hopkins Bloomberg School of Public Health.
«Προηγούμενες έρευνες έχουν δείξει πως οι συμπεριφορές που βοηθούν τους άλλους (όπως ο εθελοντισμός) σχετίζονται με καλύτερη υγεία σε μεγαλύτερους ενήλικες. Θέλαμε να κατανοήσουμε αν αυτού του είδους οι δραστηριότητες ωφελούν και τους νέους, εστιάζοντας σε μια ευρύτερη γκάμα προσοσιακών συμπεριφορών, όπως οι πράξεις καλοσύνης, η συνεργασία και η φροντίδα για τους άλλους.
»Στην τωρινή μας έρευνα, διαπιστώσαμε πως τα παιδιά που έδειχναν σταθερά περισσότερες από αυτές τις θετικές κοινωνικές συμπεριφορές σε οποιαδήποτε ηλικία ήταν πιο πιθανό να διατηρήσουν υγιεινές διατροφικές συνήθειες στην εφηβεία, μια περίοδο κατά την οποία οι διατροφικές επιλογές καθορίζουν πρότυπα που μπορούν να επηρεάσουν την υγεία για μια ζωή.»
Η καθηγήτρια Ψυχολογίας Τζούλια Κ. Μπέχμ από το Chapman University προσθέτει: «Οι προσοσιακές συμπεριφορές, όπως το να είσαι ευαίσθητος στα συναισθήματα των άλλων, να μοιράζεσαι, να βοηθάς κάποιον που πονά ή είναι στενοχωρημένος, να είσαι καλός και να προσφέρεσαι εθελοντικά, μπορούν να επηρεάσουν την υγεία μέσω της ενίσχυσης των κοινωνικών δεσμών των παιδιών και της βελτίωσης της ψυχολογικής τους λειτουργίας, προάγοντας καλύτερη διάθεση, αίσθηση σκοπού, αυτοπεποίθηση και ικανότητα διαχείρισης του άγχους. »Όλα αυτά λειτουργούν ως πόροι που μπορεί να καθοδηγήσουν τις επιλογές που σχετίζονται με την υγεία, όπως αποδεικνύουν τα πιο πρόσφατα ευρήματά μας.»
Προώθηση της προσοσιακής συμπεριφοράς ως πλεονέκτημα για την υγεία
Η μελέτη ξεχωρίζει για το μεγάλο δείγμα της, το διαχρονικό σχεδιασμό και την εκτεταμένη προσαρμογή για παράγοντες που επηρεάζουν τα αποτελέσματα. Η οικογενειακή ανατροφή ή άλλοι παράγοντες του οικογενειακού περιβάλλοντος μπορεί να μην έχουν μετρηθεί πλήρως.
«Παρότι δεν μπορέσαμε να συμπεριλάβουμε πολλούς από αυτούς τους παράγοντες λόγω περιορισμένων δεδομένων, προσαρμόσαμε τα αποτελέσματα για τις διατροφικές συνήθειες που οι γονείς ανέφεραν για την παιδική ηλικία, καθώς και για άλλους παράγοντες της οικογενειακής κατάστασης (π.χ. κοινωνικοοικονομικό επίπεδο, οικογενειακή κατάσταση γάμου), που μπορεί να εξηγήσουν μέρος των αποτελεσμάτων», εξηγούν οι συγγραφείς.
Το σημαντικότερο είναι ότι η ανάλυση υπογραμμίζει ένα πιθανό πλεονέκτημα για την υγεία — την προσοσιακή συμπεριφορά — που μπορεί να προωθήσει θετικά αποτελέσματα σε όλη τη διάρκεια της ζωής. Αυτά τα διαχρονικά ευρήματα στηρίζουν προηγούμενες μελέτες που βρήκαν πως η προσοσιακή συμπεριφορά των νέων σχετίζεται με πιο υγιεινές συμπεριφορές, όπως οι διατροφικές συνήθειες.
Η συν-συγγραφέας Λάουρα Κουμπζάνσκι από το Harvard T.H. Chan School of Public Health επισημαίνει ότι «οι παρεμβάσεις που βασίζονται στα πλεονεκτήματα μπορούν να ανοίξουν το δρόμο για νέες και δημιουργικές στρατηγικές προαγωγής υγείας, που ενθαρρύνουν τους νέους με τρόπο που να αντανακλά τις εγγενείς τους δυνάμεις, όπως οι κοινές αξίες γύρω από την καλοσύνη και τη συνεργασία. Η υποστήριξη της προσοσιακότητας στην παιδική ηλικία μπορεί να είναι μια πολλά υποσχόμενη στρατηγική προαγωγής υγείας για το μέλλον.»
Η Δρ Κουρέσι καταλήγει: «Ζούμε σε μια διχαστική εποχή, όπου η ενσυναίσθηση μοιάζει υποτιμημένη. Αυτή η μελέτη μας υπενθυμίζει τη δύναμη που έχουν η καλοσύνη και η συμπόνια, όχι μόνο για όσους τη δέχονται, αλλά και για όσους την προσφέρουν. Η καλλιέργεια αυτών των χαρακτηριστικών στα παιδιά μπορεί να είναι ένας σημαντικός και καινοτόμος δρόμος για την προαγωγή της δημόσιας υγείας.»