16.8 C
Athens
Τετάρτη, 30 Απριλίου, 2025

Εξέταση καρδιά: Νέα απλή εξέταση αίματος προβλέπει καλύτερα τον κίνδυνο καρδιοπάθειας

Σημαντικά ευρήματα που ενδέχεται να αλλάξουν την κλινική πρακτική στην πρόληψη της στεφανιαίας νόσου παρουσιάστηκαν από ερευνητές του Πανεπιστημίου Chalmers στη Σουηδία και του Harvard University στις ΗΠΑ. Σε μια πολυκεντρική μελέτη μεγάλης κλίμακας, δημοσιευμένη στο European Heart Journal, διαπιστώθηκε ότι η μέτρηση δύο λιποπρωτεϊνικών δεικτών —του αριθμού των σωματιδίων απολιποπρωτεΐνης Β (apoB) και της λιποπρωτεΐνης(a)— παρέχει ακριβέστερη εκτίμηση καρδιαγγειακού κινδύνου από τις παραδοσιακές μετρήσεις χοληστερόλης.

aima 2

Η στεφανιαία νόσος αποτελεί την κύρια αιτία θανάτου στην Ελλάδα και διεθνώς, και η έγκαιρη ανίχνευση παραγόντων κινδύνου είναι κρίσιμη για την πρόληψη. Μέχρι σήμερα, η εκτίμηση κινδύνου βασιζόταν κυρίως στη μέτρηση της LDL-χοληστερόλης («κακής» χοληστερόλης). Ωστόσο, η νέα μελέτη κατέδειξε ότι ο αριθμός των σωματιδίων που φέρουν apoB, ανεξαρτήτως του φορτίου χοληστερόλης τους, σχετίζεται ισχυρότερα με την ανάπτυξη αθηροσκλήρωσης και οξέων καρδιαγγειακών συμβαμάτων.

Επιπρόσθετα, η λιποπρωτεΐνη(a) αναδείχθηκε ως ανεξάρτητος παράγοντας κινδύνου. Τα επίπεδα της lipoprotein(a) είναι γενετικώς καθορισμένα και, όταν είναι αυξημένα, συμβάλλουν σημαντικά στην πρόκληση αθηροθρόμβωσης, χωρίς να επηρεάζονται από τροποποιήσεις της διατροφής ή φαρμακευτική αγωγή. Σε ασθενείς με υψηλά επίπεδα lipoprotein(a), ο κίνδυνος εμφάνισης καρδιαγγειακής νόσου είναι πολλαπλάσιος, ακόμα και αν η LDL-χοληστερόλη είναι εντός φυσιολογικών ορίων.

Η μέτρηση του apoB και της lipoprotein(a) είναι ήδη διαθέσιμη μέσω εξειδικευμένων αιματολογικών εξετάσεων και μπορεί να ενταχθεί στην κλινική πράξη με σχετικά χαμηλό κόστος. Η εφαρμογή αυτών των νέων βιοδεικτών στην πρωτογενή πρόληψη δύναται να βελτιώσει την ακρίβεια της καρδιολογικής εκτίμησης και να οδηγήσει σε στοχευμένες παρεμβάσεις, ειδικά σε ασθενείς που παραδοσιακά δεν χαρακτηρίζονται ως υψηλού κινδύνου βάσει των κλασικών λιπιδαιμικών δεικτών.

aima

Καθώς το ποσοστό των πρώτων εμφραγμάτων που είναι θανατηφόρα κυμαίνεται μεταξύ 20-40%, η ευρεία εφαρμογή των νέων μεθόδων μπορεί να προσφέρει σημαντικά οφέλη στη δημόσια υγεία στην Ελλάδα.

Συντάκτης

Δείτε Επίσης

Τελευταία άρθρα