Μια νέα μελέτη που δημοσιεύθηκε στις 29 Οκτωβρίου 2025 στο περιοδικό Neurology ρίχνει φως σε ένα σοβαρό αλλά συχνά αδιάγνωστο νευρολογικό πρόβλημα: την ιδιοπαθή ενδοκράνια υπέρταση (idiopathic intracranial hypertension – IIH), μια πάθηση όπου η πίεση του εγκεφαλονωτιαίου υγρού αυξάνεται χωρίς εμφανή αιτία. Αν δεν αντιμετωπιστεί, η κατάσταση αυτή μπορεί να οδηγήσει ακόμη και σε μόνιμη απώλεια όρασης.

Η έρευνα, υπό την καθοδήγηση της Δρ. Dagmar Beier από το Πανεπιστήμιο της Νότιας Δανίας, επιχειρεί να απαντήσει σε ένα κρίσιμο ερώτημα: ποιοι ασθενείς διατρέχουν τον μεγαλύτερο κίνδυνο να χάσουν την όρασή τους λόγω της αυξημένης πίεσης στον εγκέφαλο — και πώς μπορούμε να το προβλέψουμε εγκαίρως.
Τι είναι η ιδιοπαθής ενδοκράνια υπέρταση
Η ιδιοπαθής ενδοκράνια υπέρταση (IIH) χαρακτηρίζεται από αυξημένη πίεση του εγκεφαλονωτιαίου υγρού γύρω από τον εγκέφαλο και τον νωτιαίο μυελό, χωρίς να υπάρχει όγκος, λοίμωξη ή άλλη προφανής αιτία. Η πάθηση μπορεί να προκαλέσει έντονους, χρόνιους πονοκεφάλους, θολή ή διπλή όραση, προσωρινές απώλειες όρασης και, σε ορισμένες περιπτώσεις, μόνιμη τύφλωση.
Αν και η αιτία παραμένει άγνωστη, ο κυριότερος παράγοντας κινδύνου είναι η παχυσαρκία, ενώ η νόσος εμφανίζεται κυρίως σε νεαρές γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας. Ο αυξανόμενος επιπολασμός της νόσου συνδέεται πιθανότατα με την παγκόσμια αύξηση της παχυσαρκίας.
“Ο αριθμός των περιστατικών IIH αυξάνεται σταθερά και βλέπουμε ότι επηρεάζει κυρίως νεαρές γυναίκες”, σημειώνει η Δρ. Beier. “Χρειαζόμαστε περισσότερες πληροφορίες για το ποιοι είναι πιο πιθανό να παρουσιάσουν οπτικά προβλήματα και πώς αναπτύσσονται αυτά.”
Η μελέτη: 154 ασθενείς υπό παρακολούθηση
Η ερευνητική ομάδα ανέλυσε δεδομένα από 154 ασθενείς με ιδιοπαθή ενδοκράνια υπέρταση, με μέση ηλικία τα 28 έτη. Από αυτούς, 147 εμφάνιζαν οίδημα οπτικής θηλής (papilledema) — δηλαδή πρήξιμο του οπτικού νεύρου λόγω αυξημένης πίεσης.
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι:
-
69% των ασθενών παρουσίασαν σκοτώματα (scotomas), δηλαδή «τυφλά σημεία» στην όραση, προσωρινά ή μόνιμα.
-
26% είχαν μειωμένη οπτική οξύτητα, δηλαδή απώλεια ευκρίνειας στην όραση.
Οι ασθενείς έλαβαν φαρμακευτική αγωγή μέχρι την ύφεση του οιδήματος. Παρ’ όλα αυτά, όταν το οίδημα υποχώρησε, το 50% συνέχιζε να έχει σκοτώματα και το 13% παρέμενε με μειωμένη οξύτητα όρασης. Κανένας συμμετέχων δεν έφτασε σε πλήρη τύφλωση, ωστόσο η βλάβη σε αρκετές περιπτώσεις ήταν μη αναστρέψιμη.
Δύο μηχανισμοί απώλειας όρασης
Οι ερευνητές εντόπισαν δύο κύριους μηχανισμούς μέσω των οποίων η αυξημένη πίεση προκαλεί προβλήματα στην όραση:
-
Περιφερικά σκοτώματα λόγω βλάβης των νευρικών ινών:
Σε πολλούς ασθενείς, η μεγαλύτερη ένταση του οιδήματος οδήγησε σε λέπτυνση της στιβάδας των νευρικών ινών του αμφιβληστροειδούς, προκαλώντας απώλεια όρασης στα περιφερειακά πεδία. -
Μείωση οπτικής οξύτητας λόγω βλάβης της ωχράς κηλίδας:
Σε άλλους ασθενείς, η αυξημένη πίεση προκάλεσε βλάβες στην ωχρά κηλίδα — το κεντρικό σημείο του αμφιβληστροειδούς υπεύθυνο για την καθαρή, λεπτομερή όραση. Αυτή η βλάβη οδήγησε σε μόνιμη απώλεια ευκρίνειας, η οποία δεν αποκαταστάθηκε μετά τη θεραπεία.
Η διάκριση αυτών των δύο μηχανισμών βοηθά τους γιατρούς να κατανοήσουν καλύτερα τη φύση της βλάβης και να προσαρμόσουν τις θεραπείες ανάλογα με τον τύπο της οπτικής απώλειας.
Ένα νέο εργαλείο πρόβλεψης για τους γιατρούς
Με βάση τα ευρήματα, οι ερευνητές ανέπτυξαν ένα διαγνωστικό εργαλείο εκτίμησης κινδύνου, το οποίο μπορεί να χρησιμοποιηθεί κατά τη διάγνωση της νόσου για να προβλέψει ποιοι ασθενείς είναι πιο πιθανό να εμφανίσουν μόνιμα προβλήματα όρασης.
Η Δρ. Beier εξηγεί: “Αναγνωρίσαμε δύο βασικούς δείκτες που προβλέπουν ποιοι ασθενείς θα συνεχίσουν να έχουν προβλήματα όρασης — τη σοβαρότητα του οιδήματος της οπτικής θηλής και την αποδιοργάνωση της εσωτερικής στιβάδας του αμφιβληστροειδούς. Αυτά τα χαρακτηριστικά είναι οι ισχυρότεροι προγνωστικοί παράγοντες.” Ωστόσο, υπογραμμίζει ότι το σύστημα αυτό χρειάζεται εξωτερική επικύρωση από άλλες ερευνητικές ομάδες πριν χρησιμοποιηθεί στην κλινική πράξη.
Όταν τα «σιωπηλά» συμπτώματα γίνονται απειλητικά
Ένα από τα πιο ανησυχητικά ευρήματα της μελέτης είναι ότι η IIH μπορεί να αναπτυχθεί χωρίς εμφανή συμπτώματα, καθιστώντας τη διάγνωση δύσκολη. Πολλοί ασθενείς μπορεί να υποφέρουν μόνο από πονοκεφάλους ή ήπια διαταραχή όρασης, τα οποία συχνά αγνοούνται ή αποδίδονται σε άλλες αιτίες.
Η έγκαιρη ανίχνευση είναι κρίσιμη, καθώς οι μόνιμες βλάβες στην όραση μπορούν να προληφθούν εάν η πίεση εντοπιστεί και αντιμετωπιστεί έγκαιρα, είτε με φαρμακευτική αγωγή είτε, σε σοβαρές περιπτώσεις, με χειρουργική αποσυμπίεση.

Ένα βήμα πιο κοντά στην πρόληψη της τύφλωσης
Η μελέτη της Δρ. Beier και των συνεργατών της προσφέρει μια νέα κατανόηση του πώς η αυξημένη ενδοκρανιακή πίεση επηρεάζει την όραση και δίνει στους γιατρούς ένα χρήσιμο εργαλείο πρόβλεψης. Αν επιβεβαιωθούν τα αποτελέσματα, θα μπορούσαν να συμβάλουν στη διάσωση της όρασης χιλιάδων ασθενών παγκοσμίως.
Όπως καταλήγει η Δρ. Beier, “η ιδιοπαθής ενδοκράνια υπέρταση δεν είναι απλώς ένας επίμονος πονοκέφαλος — είναι μια δυνητικά τυφλωτική πάθηση. Η κατανόηση του ποιοι ασθενείς κινδυνεύουν περισσότερο είναι το πρώτο βήμα για να αποτρέψουμε αυτή την εξέλιξη.”

