Από την αρχή της πανδημίας τον Ιανουάριο του 2020, πάνω από 768 εκατομμύρια άνθρωποι παγκοσμίως έχουν μολυνθεί από τον SARS-CoV-2. Επιπλέον, περίπου 400 εκατομμύρια άνθρωποι εμφανίζουν συμπτώματα που διαρκούν πάνω από τρεις εβδομάδες — το λεγόμενο «long COVID». Παρά τον αναπνευστικό χαρακτήρα της νόσου, έχει ήδη αποδειχθεί ότι πλήττει πολλά συστήματα του οργανισμού, μεταξύ των οποίων και το καρδιαγγειακό.
Πώς μετράται η φθορά των αγγείων;
Η φθορά των αρτηριών — δηλαδή το πόσο άκαμπτα και γερασμένα είναι τα αιμοφόρα αγγεία — εκτιμήθηκε μέσω της ταχύτητας του κύματος πίεσης από την καρωτίδα ως τη μηριαία αρτηρία (PWV: pulse wave velocity). Όσο υψηλότερη η PWV, τόσο μεγαλύτερη η αρτηριακή ακαμψία και η καρδιαγγειακή ηλικία παρότι ο βιολογικός χρόνος μπορεί να είναι χαμηλότερος
Αποτελέσματα της μελέτης CARTESIAN
Η μελέτη CARTESIAN (multicentric, cohor study) περιέλαβε 2.390 άτομα από 16 χώρες, με μέση ηλικία περίπου 50 ετών και ποσοστό συμμετοχής γυναικών σχεδόν 50 %. Οι συμμετέχοντες χωρίστηκαν σε τέσσερις ομάδες:
-
Δεν είχαν νοσήσει
-
Πήραν COVID αλλά χωρίς νοσηλεία
-
Νοσηλεύτηκαν σε γενικό θάλαμο
-
Νοσηλεύτηκαν σε ΜΕΘ
Ομάδες 2–4 εμφάνισαν σημαντικά αυξημένες PWV εν συγκρίσει με την ομάδα χωρίς COVID, ακόμη και αφού λήφθηκαν υπόψη παράγοντες κινδύνου όπως υπέρταση, διαβήτης, κάπνισμα, παχυσαρκία κ.ά. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, η ενηλικίωση των αγγείων (vascular aging) ήταν εμφανής ακόμη και σε ήπιες περιπτώσεις νόσησης, δείχνοντας ότι το COVID-19 έχει μια εμφανή επίπτωση στο αγγειακό σύστημα.
Ιδιαίτερη επίδραση στις γυναίκες
Τα δεδομένα αποκάλυψαν διαφορά ανάμεσα στα φύλα:
-
Στις γυναίκες, οι αυξήσεις στην PWV ήταν στατιστικά σημαντικές σε όλες τις κατηγορίες νόσησης — και μάλιστα εντονότερες όσο αυξανόταν η σοβαρότητα της νόσου:
-
Ήπιο COVID: +0,55 m/s
-
Νοσηλεία σε θάλαμο: +0,60 m/s
-
Νοσηλεία σε ΜΕΘ: +1,09 m/s
-
Κάθε αύξηση περίπου +0,5 m/s αντιστοιχεί σε “ηλικία αγγείων” περίπου πέντε ετών — για μία γυναίκα 60 ετών, σημαίνει ~3 % αυξημένο μελλοντικό καρδιαγγειακό κίνδυνο.
-
Στους άνδρες, δεν παρατηρήθηκε σημαντική διαφορά PWV μεταξύ νοσήσαντων και μη νοσήσαντων.
Η διαφορά αυτή πιθανώς οφείλεται στο πιο έντονο και ταχύ ανοσολογικό «ξέσπασμα» των γυναικών, το οποίο τις προστατεύει από οξεία σοβαρή νόσηση, αλλά ενδέχεται να προκαλέσει μεγαλύτερη φλεγμονώδη ή αγγειακή βλάβη μακροπρόθεσμα.
Επίδραση του εμβολιασμού και της μακροπρόθεσμης αποκατάστασης
Η μελέτη διαπίστωσε ότι:
-
Ο εμβολιασμός συσχετίστηκε με χαμηλότερη PWV στις γυναίκες — και σε follow-up 12 μηνών η επιβάρυνση φαίνεται να εξασθενεί.
-
Η PWV σε νοσήσαντες σταθεροποιήθηκε ή βελτιώθηκε μετά 12 μήνες, ενώ η ομάδα χωρίς COVID εμφάνισε αύξηση λόγω φυσιολογικής γήρανσης.
Πρακτικές συνέπειες
-
Η μετρούμενη αγγειακή ηλικία (PWV) είναι εύκολα εφαρμόσιμη και μετρήσιμη.
-
Έγκαιρη διάγνωση και παρέμβαση (π.χ. αλλαγές στον τρόπο ζωής, φαρμακευτική ρύθμιση της πίεσης ή της χοληστερίνης) μπορούν να μειώσουν τη μελλοντική εμφάνιση εμφράγματος ή εγκεφαλικού.
-
Η αγγειακή αυτή “αυξημένη ηλικία” λόγω COVID φαίνεται να είναι τροποποιήσιμη, καθώς διαπιστώνεται σταθεροποίηση ή βελτίωση με την πάροδο του χρόνου, ιδίως σε εμβολιασμένα άτομα.
Η COVID-19 δεν είναι αποκλειστικά νόσος του αναπνευστικού: προκαλεί επιτάχυνση της γήρανσης των αγγείων, ιδιαίτερα στις γυναίκες, ακόμη και σε ήπιες περιπτώσεις. Ο ρόλος του ανοσοποιητικού συστήματος και της φλεγμονής ενδεχομένως εξηγεί αυτή τη διαφορά ανάμεσα στα δύο φύλα. Ωστόσο, τα ευρήματα δείχνουν ότι η φθορά αυτή μπορεί να μετριαστεί — είτε μέσω εμβολιασμού είτε μέσω παρεμβάσεων στον τρόπο ζωής ή τη φαρμακευτική αντιμετώπιση. Η χρήση της PWV ως εργαλείο επιτήρησης είναι ιδιαίτερα χρήσιμη για τον εντοπισμό ατόμων υψηλού κινδύνου και τη λήψη προληπτικών μέτρων.