Το προσδόκιμο ζωής διαφέρει σημαντικά από χώρα σε χώρα και επηρεάζεται από παράγοντες όπως η υγειονομική περίθαλψη, η διατροφή, το εισόδημα και ο τρόπος ζωής. Παρά τις διαφορές αυτές, ένα φαινόμενο εμφανίζεται με αξιοσημείωτη συνέπεια παγκοσμίως: οι γυναίκες ζουν περισσότερο από τους άνδρες. Από τις ανεπτυγμένες κοινωνίες της Ευρώπης έως τις αναπτυσσόμενες χώρες της Ασίας και της Αφρικής, το λεγόμενο «χάσμα μακροζωίας μεταξύ των φύλων» αποτελεί αντικείμενο εντατικής επιστημονικής μελέτης.

Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, το παγκόσμιο προσδόκιμο ζωής κατά τη γέννηση το 2019 ήταν περίπου 73,7 έτη για τις γυναίκες και 69,4 έτη για τους άνδρες. Η διαφορά αυτή, που συχνά κυμαίνεται μεταξύ 5 και 7 ετών, δεν μπορεί να αποδοθεί σε έναν μόνο παράγοντα, αλλά προκύπτει από μια σύνθετη αλληλεπίδραση βιολογικών, κοινωνικών και συμπεριφορικών επιδράσεων.
Βιολογικές βάσεις της γυναικείας μακροζωίας
Σε γενετικό επίπεδο, οι γυναίκες διαθέτουν δύο χρωμοσώματα Χ, γεγονός που τους προσφέρει ένα είδος «γενετικού αποθέματος». Αν ένα γονίδιο στο ένα χρωμόσωμα παρουσιάζει δυσλειτουργία, το άλλο μπορεί συχνά να αντισταθμίσει το πρόβλημα. Οι άνδρες, με έναν μόνο χρωμόσωμα Χ και ένα Υ, στερούνται αυτού του πλεονεκτήματος, κάτι που εξηγεί γιατί ορισμένες γενετικές διαταραχές εμφανίζονται συχνότερα στο ανδρικό φύλο.
Καθοριστικό ρόλο παίζουν και οι ορμόνες. Τα οιστρογόνα, τα οποία κυριαρχούν στο γυναικείο σώμα μέχρι την εμμηνόπαυση, φαίνεται να προστατεύουν το καρδιαγγειακό σύστημα, βελτιώνοντας το λιπιδαιμικό προφίλ και διατηρώντας την ελαστικότητα των αιμοφόρων αγγείων. Αντίθετα, η τεστοστερόνη έχει συσχετιστεί με αυξημένη καρδιαγγειακή επιβάρυνση και ενδεχομένως με μειωμένη ανοσολογική απόκριση.
Συμπεριφορά και τρόπος ζωής
Οι κοινωνικές και συμπεριφορικές διαφορές μεταξύ των φύλων ενισχύουν το χάσμα μακροζωίας. Οι άνδρες, κατά μέσο όρο, εμφανίζουν μεγαλύτερη τάση για ανάληψη κινδύνων, όπως το κάπνισμα, η υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ και η συμμετοχή σε επικίνδυνες δραστηριότητες. Αυτές οι συμπεριφορές αυξάνουν την πιθανότητα ατυχημάτων και χρόνιων νοσημάτων.
Αντίθετα, οι γυναίκες τείνουν να φροντίζουν περισσότερο την υγεία τους. Επισκέπτονται συχνότερα γιατρούς, συμμετέχουν σε προληπτικούς ελέγχους και ακολουθούν με μεγαλύτερη συνέπεια ιατρικές οδηγίες. Η έγκαιρη διάγνωση και αντιμετώπιση ασθενειών συμβάλλει καθοριστικά στη μεγαλύτερη επιβίωσή τους.
Εργασία και περιβαλλοντικοί κίνδυνοι
Οι επαγγελματικές επιλογές έχουν επίσης ιστορικά διαδραματίσει ρόλο. Οι άνδρες απασχολούνται συχνότερα σε βαριά και επικίνδυνα επαγγέλματα, όπως η οικοδομή, τα ορυχεία και ο στρατός, όπου η έκθεση σε ατυχήματα και τοξικούς παράγοντες είναι αυξημένη. Αυτοί οι κίνδυνοι επιβαρύνουν μακροπρόθεσμα την υγεία και μειώνουν το προσδόκιμο ζωής.
Ορμόνες, σεξ και ιστορικά παραδείγματα
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν ιστορικές μελέτες σε ευνούχους, όπως εκείνες από τη δυναστεία Τσοσούν στην Κορέα. Τα δεδομένα δείχνουν ότι οι ευνούχοι ζούσαν σημαντικά περισσότερο από μη ευνουχισμένους άνδρες παρόμοιας κοινωνικής τάξης. Η απουσία της απότομης αύξησης της τεστοστερόνης φαίνεται να σχετίζεται με μειωμένο καρδιαγγειακό κίνδυνο και αυξημένη μακροζωία, χωρίς αυτό να αποτελεί, φυσικά, πρακτική ή πρόταση για τον σύγχρονο άνθρωπο.
Εξελικτικές θεωρίες και ζωικό βασίλειο
Οι εξελικτικές εξηγήσεις προσθέτουν μια ακόμη διάσταση. Η «υπόθεση της γιαγιάς» υποστηρίζει ότι οι γυναίκες που ζούσαν περισσότερο μετά την αναπαραγωγική ηλικία συνέβαλαν στην επιβίωση των απογόνων τους, προσφέροντας φροντίδα και πόρους. Παράλληλα, η «θεωρία του αναλώσιμου σώματος» προτείνει ότι τα αρσενικά επενδύουν περισσότερη ενέργεια στην αναπαραγωγή και τον ανταγωνισμό, εις βάρος της σωματικής συντήρησης.
Παρόμοια μοτίβα παρατηρούνται και στο ζωικό βασίλειο, όπου σε πολλά είδη τα θηλυκά ζουν περισσότερο από τα αρσενικά, αν και υπάρχουν αξιοσημείωτες εξαιρέσεις.
Μακροζωία και ποιότητα ζωής
Παρά το μεγαλύτερο προσδόκιμο ζωής, οι γυναίκες συχνά ζουν περισσότερα χρόνια με χρόνιες παθήσεις, ένα φαινόμενο γνωστό ως «παράδοξο υγείας-επιβίωσης». Αυτό αναδεικνύει ότι ο στόχος της σύγχρονης ιατρικής δεν πρέπει να είναι μόνο η παράταση της ζωής, αλλά και η βελτίωση της ποιότητας των ετών που τη συνοδεύουν.

Η κατανόηση των αιτιών πίσω από το χάσμα μακροζωίας μπορεί να συμβάλει στη διαμόρφωση καλύτερων στρατηγικών πρόληψης και υγείας, ωφελώντας τόσο τους άνδρες όσο και τις γυναίκες.

