Η ανθεκτικότητα των μικροβίων στα αντιβιοτικά (AMR) αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες απειλές για τη δημόσια υγεία παγκοσμίως. Σύμφωνα με εκτιμήσεις, το 2019 σχεδόν 5 εκατομμύρια θάνατοι σχετίστηκαν με λοιμώξεις που δεν μπορούσαν να αντιμετωπιστούν λόγω ανθεκτικών παθογόνων όπως το E.coli. Μια πρόσφατη μελέτη που δημοσιεύτηκε στο npj Antimicrobials and Resistance έρχεται να ρίξει φως σε έναν λιγότερο γνωστό αλλά εξαιρετικά ανησυχητικό παράγοντα: τα κοινά παυσίπονα που λαμβάνονται καθημερινά από εκατομμύρια ανθρώπους.
Παυσίπονα και αντιβιοτικά: ένας επικίνδυνος συνδυασμός
Οι επιστήμονες εξέτασαν πώς συνηθισμένα μη-αντιβιοτικά φάρμακα (NAMs), όπως η ιβουπροφαίνη και η παρακεταμόλη, επηρεάζουν τη δράση των αντιβιοτικών, ιδιαίτερα της σιπροφλοξασίνης. Το εύρημα ήταν ανησυχητικό: η ταυτόχρονη χρήση αυτών των παυσίπονων με αντιβιοτικά μπορεί να οδηγήσει σε υψηλότερα ποσοστά μεταλλάξεων στο βακτήριο Escherichia coli (E.coli) και συνεπώς σε αυξημένη ανθεκτικότητα.
Αυτό σημαίνει ότι φάρμακα που μέχρι σήμερα θεωρούσαμε «αθώα» στο πλαίσιο των λοιμώξεων μπορεί να λειτουργούν σαν καταλύτες για την ανάπτυξη πιο «σκληρών» στελεχών βακτηρίων, δυσκολεύοντας την ιατρική αντιμετώπιση στο μέλλον.
Τι έδειξε η μελέτη
Η έρευνα πραγματοποιήθηκε σε στελέχη E. coli που απομονώθηκαν από ηλικιωμένους σε μονάδες φροντίδας (Residential Aged Care Facilities – RACFs). Οι επιστήμονες εξέτασαν εννέα ευρέως χρησιμοποιούμενα φάρμακα, όπως:
-
ιβουπροφαίνη
-
δικλοφενάκη
-
παρακεταμόλη
-
φουροσεμίδη
-
στατίνες
-
τραμαδόλη
Όταν αυτά τα φάρμακα χορηγήθηκαν μαζί με σιπροφλοξασίνη, το ποσοστό μεταλλάξεων στο E. coli αυξήθηκε σημαντικά. Για παράδειγμα, ο συνδυασμός ιβουπροφαίνης και δικλοφενάκης με σιπροφλοξασίνη οδήγησε σε 64 φορές υψηλότερη ανθεκτικότητα σε σχέση με τη χρήση μόνο του αντιβιοτικού.
Ακόμα πιο ανησυχητικό είναι ότι οι μεταλλάξεις αυτές δεν περιορίζονταν μόνο στη σιπροφλοξασίνη, αλλά επέκτειναν την ανθεκτικότητα και σε άλλα αντιβιοτικά, όπως η λεβοφλοξασίνη και η κεφεπίμη.
Γιατί συμβαίνει αυτό;
Τα βακτήρια αναπτύσσουν ανθεκτικότητα μέσα από μεταλλάξεις ή μέσω ειδικών μηχανισμών, όπως οι αντλίες εκροής (efflux pumps), που «αποβάλλουν» το αντιβιοτικό από το κύτταρο. Η μελέτη έδειξε ότι ορισμένα παυσίπονα ενίσχυσαν την υπερέκφραση αυτών των αντλιών, κάνοντας το βακτήριο πιο ανθεκτικό.
Επιπλέον, φάρμακα όπως η δικλοφενάκη αύξησαν την ικανότητα των βακτηρίων να αποκτούν γονίδια ανθεκτικότητας μέσω πλασμιδίων, διευκολύνοντας έτσι την εξάπλωση της AMR.
Η πολυφαρμακία στους ηλικιωμένους ως παράγοντας κινδύνου
Ένα ιδιαίτερο σημείο της μελέτης είναι η εστίαση στους ηλικιωμένους. Η πολυφαρμακία – η λήψη πολλών φαρμάκων καθημερινά – είναι συχνό φαινόμενο σε αυτή την ηλικιακή ομάδα. Σε αρκετές περιπτώσεις, ηλικιωμένοι λαμβάνουν 9 ή περισσότερα φάρμακα την ημέρα, συχνά σε συνδυασμό με αντιβιοτικά για λοιμώξεις του ουροποιητικού ή του αναπνευστικού.
Αυτό το περιβάλλον αποτελεί «ιδανικό εργαστήριο» για την εμφάνιση νέων ανθεκτικών στελεχών βακτηρίων, που στη συνέχεια μπορούν να διασπαρούν τόσο σε δομές υγείας όσο και στην κοινότητα.
Επιπτώσεις στη δημόσια υγεία
Η ανθεκτικότητα στα αντιβιοτικά δεν είναι μελλοντική απειλή – είναι μια πραγματικότητα που ήδη κοστίζει εκατομμύρια ζωές. Η προσθήκη των κοινών παυσίπονων ως επιταχυντών του προβλήματος δείχνει πόσο περίπλοκη είναι η κρίση της AMR.
Η μελέτη δεν προτείνει να σταματήσει η χρήση αυτών των φαρμάκων, αλλά τονίζει την ανάγκη προσοχής στους συνδυασμούς. Ιδιαίτερα σε ευάλωτους πληθυσμούς, όπως οι ηλικιωμένοι, οι γιατροί πρέπει να λαμβάνουν υπόψη πώς οι διαφορετικές φαρμακευτικές αγωγές μπορεί να αλληλεπιδρούν μεταξύ τους και με τα αντιβιοτικά.
Η νέα αυτή επιστημονική έρευνα αναδεικνύει ότι ακόμα και τα πιο συνηθισμένα φάρμακα, όπως η ιβουπροφαίνη και η παρακεταμόλη, μπορούν να ενισχύσουν την ανθεκτικότητα των βακτηρίων όταν συνδυάζονται με αντιβιοτικά. Η πολυφαρμακία, ιδιαίτερα στους ηλικιωμένους, αποτελεί παράγοντα που μπορεί να επιταχύνει την κρίση της μικροβιακής αντοχής.
Η λύση δεν είναι η πανικόβλητη αποφυγή των παυσίπονων, αλλά η πιο ορθολογική και συντονισμένη χρήση τους, σε συνδυασμό με υπεύθυνη συνταγογράφηση αντιβιοτικών. Η κατανόηση αυτών των αλληλεπιδράσεων μπορεί να βοηθήσει την ιατρική κοινότητα να περιορίσει μια από τις πιο σιωπηλές αλλά θανατηφόρες απειλές του 21ου αιώνα.