Μια νέα, εκτεταμένη σουηδική μελέτη έρχεται να επιβεβαιώσει ότι τα ακραία καιρικά φαινόμενα – τόσο το ψύχος όσο και η ζέστη – μπορούν να αυξήσουν σημαντικά τον κίνδυνο θανάτου σε άτομα που πάσχουν από καρδιακή ανεπάρκεια. Η έρευνα που πραγματοποιήθηκε υπό τον συντονισμό του Center for Climate, Health, and the Global Environment της Σχολής Δημόσιας Υγείας Harvard T. H. Chan, υπογραμμίζει τις σοβαρές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στη δημόσια υγεία, ιδίως για τους πιο ευάλωτους πληθυσμούς.

Η κλιματική αλλαγή και οι επιπτώσεις στην υγεία
Τα τελευταία χρόνια, η κλιματική αλλαγή έχει οδηγήσει σε ολοένα και πιο συχνά και έντονα ακραία καιρικά φαινόμενα. Οι θερμοκρασιακές μεταβολές έχουν αποδειχθεί καθοριστικός παράγοντας για την καρδιαγγειακή νοσηρότητα και θνησιμότητα. Προηγούμενες μελέτες είχαν ήδη δείξει ότι τόσο το ψύχος όσο και η υπερβολική ζέστη μπορούν να επιβαρύνουν την καρδιά, προκαλώντας αύξηση των περιστατικών εμφραγμάτων, αρρυθμιών και καρδιακής ανεπάρκειας.
Η νέα σουηδική μελέτη, με τίτλο “Short-Term Exposure to Low and High Temperatures and Mortality Among Patients With Heart Failure in Sweden”, δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό JAMA Cardiology και προσφέρει μία από τις πιο ολοκληρωμένες αναλύσεις μέχρι σήμερα για τον βραχυπρόθεσμο αντίκτυπο των θερμοκρασιών στη θνησιμότητα ασθενών με καρδιακή ανεπάρκεια.
Η μελέτη: Μεθοδολογία και εύρος
Οι ερευνητές πραγματοποίησαν μια εθνική, χρονοστρωματοποιημένη μελέτη τύπου case-crossover σε δείγμα 250.640 ασθενών που είχαν διαγνωστεί με καρδιακή ανεπάρκεια και κατέληξαν από οποιαδήποτε αιτία μεταξύ 2006 και 2021. Τα δεδομένα προήλθαν από το Σουηδικό Εθνικό Μητρώο Ασθενών και το Μητρώο Αιτιών Θανάτου.
Χρησιμοποιώντας ένα μοντέλο μηχανικής μάθησης, οι ερευνητές χαρτογράφησαν την ημερήσια εξωτερική θερμοκρασία και την ατμοσφαιρική ρύπανση για κάθε περιοχή κατοικίας σε πλέγμα 1 × 1 χιλιομέτρου. Για κάθε δήμο καθορίστηκαν τα «χαμηλά» και «υψηλά» όρια θερμοκρασίας βάσει του 2,5ου και 97,5ου εκατοστημορίου, αντίστοιχα.
Οι θερμοκρασίες κατά την ημέρα θανάτου συγκρίθηκαν με εκείνες των προηγούμενων ημερών, καλύπτοντας συνολικά ένα παράθυρο επτά ημερών. Ένα στατιστικό μοντέλο υπολόγισε τον σχετικό κίνδυνο, με σημείο αναφοράς τη θερμοκρασία που συνδέθηκε με τη χαμηλότερη θνησιμότητα.
Αποτελέσματα: Ένα “U” του κινδύνου
Τα αποτελέσματα αποκάλυψαν μια καμπύλη τύπου U, όπου τόσο οι χαμηλές όσο και οι υψηλές θερμοκρασίες αύξαναν τον κίνδυνο θανάτου. Ο κίνδυνος ήταν ισχυρότερος στις χαμηλές θερμοκρασίες, αλλά η ζέστη εμφάνιζε αυξανόμενο αντίκτυπο στα πιο πρόσφατα χρόνια της μελέτης.
Συγκεκριμένα, την περίοδο 2006–2021, οι χαμηλές θερμοκρασίες συνδέθηκαν με αύξηση 13% στη συνολική θνησιμότητα και 16% στη θνησιμότητα από καρδιαγγειακά αίτια. Οι υψηλές θερμοκρασίες, από την άλλη, οδήγησαν σε 5% αύξηση της συνολικής θνησιμότητας και περίπου 8% αύξηση της καρδιαγγειακής θνησιμότητας στα πιο πρόσφατα χρόνια της ανάλυσης.
Η θερμοσχετιζόμενη θνησιμότητα ήταν πιο έντονη μεταξύ 2014–2021, γεγονός που οι ερευνητές συνδέουν με την αύξηση της συχνότητας και έντασης των θερμών κυμάτων στη Σουηδία.
Οι πιο ευάλωτες ομάδες
Η μελέτη εντόπισε ορισμένες υποομάδες ασθενών που ήταν πιο ευάλωτες στις ακραίες θερμοκρασίες:
-
Οι άνδρες, οι διαβητικοί και όσοι λάμβαναν διουρητικά παρουσίαζαν αυξημένο κίνδυνο κατά τις ψυχρές ημέρες.
-
Αντίθετα, ασθενείς με κολπική μαρμαρυγή ή πτερυγισμό και όσοι εκτίθεντο σε υψηλότερα επίπεδα όζοντος εμφάνιζαν μεγαλύτερο κίνδυνο θανάτου κατά τη διάρκεια ζεστών ημερών.
Οι ερευνητές επισημαίνουν ότι η αδυναμία του οργανισμού των ασθενών με καρδιακή ανεπάρκεια να προσαρμοστεί γρήγορα σε μεταβολές της θερμοκρασίας μπορεί να εξηγεί τη σχέση αυτή.
Συμπεράσματα και επιπτώσεις στη δημόσια υγεία
Τα ευρήματα της μελέτης είναι ιδιαίτερα ανησυχητικά, καθώς δείχνουν ότι η έκθεση ακόμη και για λίγες ημέρες σε ακραίες θερμοκρασίες μπορεί να αυξήσει σημαντικά τον κίνδυνο θανάτου για εκατοντάδες χιλιάδες ασθενείς με καρδιακή ανεπάρκεια. Επιπλέον, η ενίσχυση του κινδύνου που σχετίζεται με τη ζέστη τα τελευταία χρόνια υπογραμμίζει τη συνεχιζόμενη απειλή της κλιματικής αλλαγής.

Οι ερευνητές καλούν τις αρχές δημόσιας υγείας και τα συστήματα υγείας να ενισχύσουν τα προγράμματα πρόληψης, ειδικά κατά τη διάρκεια περιόδων ακραίων θερμοκρασιών. Η ενημέρωση των ασθενών, η επαρκής ενυδάτωση, η αποφυγή εξόδου τις θερμότερες ή ψυχρότερες ώρες και η παρακολούθηση της κατάστασής τους μπορούν να σώσουν ζωές.
Εν κατακλείδι
Η μελέτη από τη Σουηδία προσθέτει ακόμη ένα κρίσιμο κομμάτι στο παζλ της κλιματικής υγείας: οι ακραίες θερμοκρασίες δεν είναι απλώς περιβαλλοντικό φαινόμενο, αλλά σοβαρός ιατρικός κίνδυνος. Η προσαρμογή των κοινωνιών σε ένα μεταβαλλόμενο κλίμα καθίσταται επιτακτική, όχι μόνο για την προστασία του πλανήτη, αλλά και για τη διασφάλιση της ίδιας της ζωής των πιο ευάλωτων ασθενών.

